Χρόνος: 07:51, απόσταση: 125 χλμ., συνολική ανάβαση: 710μ., ελάχιστο υψόμ.: 1032μ., μέγιστο υψόμ.: 1357μ.
Ξημέρωσε. Το θερμόμετρο δείχνει 7 βαθ. Κελσίου. Μαζεύω με κέφι τα πράγματά μου, αναβάλλοντας το πρωινό για μια πιο ζεστή στιγμή όταν θα έχει βγει ο ήλιος. Η στέππα ξαναρχίζει. Κάποιος πουλά καρπούζια και πεπόνια σε ένα παρόδιο παράπηγμα. Η στιγμή του πρώτου γεύματος έφτασε.
Τα πεπόνια δεν διαφέρουν ούτε στην εμφάνιση ούτε στη γεύση από αυτά που βρίσκω και στη χώρα μου στο εμπόριο. Προφανώς, οι ίδιες εμπορικές ποικιλίες υπάρχουν και εδώ. Κρίμα. Η παγκοσμιοποίηση πλήττει την ποιότητα και στη γεωργία. Ο πρωινός μου φίλος μού δανείζει το μεγάλο μαχαίρι του και με παρατηρεί, καθώς κόβω και καταβροχθίζω, αργά μεν αλλά σταθερά, ένα ολόκληρο πεπόνι. Είπαμε, ο έρωτας ο βήχας και η πείνα δεν κρύβονται.
- Έναντι ευτελούς τιμής. Καρπούζια και πεπόνια πωλούνται στην άκρη του δρόμου.
- Καταυλισμοί ανθρώπων καταμεσής στο καππαδοκικό τοπίο.
Εξαιτίας μια λανθασμένης πληροφορίας, περνώ κοντά από το καραβάν-σαράι του Sultanhani χωρίς να το αντιληφθώ. Όταν ανακαλύψω το λάθος, θα βρίσκομαι περισσότερο από 10 χιλιόμετρα δυτικά και δεν αποφασίζω να επιστρέψω πάλι προς τα πίσω. Το ίδιο θα συμβεί και με την περίπτωση του χώρου του Κιούλτεπε, όπου όμως θα επιστρέψω πίσω περίπου 4 χιλιόμετρα. Η σήμανση των μνημείων στο δρόμο είναι ελλιπής και δεν υπάρχουν ευδιάκριτες πινακίδες προς τα σημεία ενδιαφέροντος στη διαδρομή.
Οι δίδυμοι λόφοι του Κιούλτεπε είναι ένας ιδιαίτερος αρχαιολογικός χώρος. Εδώ, 20 χιλιόμετρα ΒΑ της Καισάρειας, ανασκάφηκαν δεκάδες χιλιάδες πλάκες από ψημένο πηλό σε σφηνοειδή γραφή με αρχεία της οικονομικής ζωής από την εποχή των Ασσυρίων ήδη, από την εποχή της πόλης του Κανές, τη Νέσα των Χετταίων. Κατά τους ειδικούς, εδώ εντοπίστηκε η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, με αναφορά πίσω μέχρι τον 20ό αιώνα π.Χ.
- Ο λόφος του Κανές. Ερείπια της αρχαίας πόλης του Kanesh. Στο βάθος φαίνονται οι πρώτες πολυκατοικίες της Καισάρειας, στους πρόποδες του χιονοσκεπούς Αργαίου, του ψηλότερου όρους της κεντρικής Ανατολίας.
Στον ορίζοντα στα νοτιοδυτικά, από το πρωί σήμερα βλέπω διαρκώς την χιονισμένη κορυφή του Ερτζιγές, που δεσπόζει σε κάθε τοπίο της περιοχής. Πρόκειται για τον αρχαίο Αργαίο, ένα παλιό ηφαίστειο με σημερινό υψόμετρο 3.916μ, που μαρτυρείται ότι εξερράγη για τελευταία φορά το 253 π.Χ. Όπως μαρτυρεί ο Στράβων, στα χρόνια εκείνα ο Αργαίος είχε πάντα χιόνια και οι λίγοι που τολμούσαν να ανεβούν στην κορυφή του με κάποια τύχη μπορούσαν να δουν συγχρόνως τον Εύξεινο Πόντο και τη Μεσόγειο.
- Οι απλούστεροι δυνατοί τάφοι. Ένα νεκροταφείο δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο του Κιούλτεπε τον συναγωνίζεται σε παλαιότητα.
- Η Καισάρεια. Μια βιομηχανοποιημένη μεγαλούπολη με σύγχρονο χαρακτήρα και υποδομές, με πολύ μεγάλη ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες.
Η Καισάρεια είναι μια ακόμα πόλη-έκπληξη. Στη μέση της ερήμου, μετά από τις ατελείωτες μοναχικές ώρες στην ερημιά της στέππας, συναντάς ξαφνικά μια πόλη η οποία δεν σού θυμίζει ανατολική πόλη. Ρυμοτομία, μεγάλοι δρόμοι, πάρκα με πρασιές και λουλούδια, τραμ, σού δίνουν την εντύπωση μιας δυτικοευρωπαϊκής πολιτείας.
Η Καισάρεια συμπεριλαμβάνεται στην κατηγορία των αποκαλούμενων "ανατολικών τίγρεων" στην οικονομική ορολογία, όρος που περιγράφει τις τούρκικες πόλεις που γνώρισαν μια εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη από τη δεκαετία του ΄80 και μετά. Στον μακρινό απόηχο του κεμαλικού εξαστισμού, η οικονομική ανάπτυξη στηρίχτηκε στην αστικοποίηση και την εκβιομηχάνιση, με όπλο κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την εκμετάλλευση του ανατολικού εμπορικού δαιμονίου. Η αλλαγή έφερε στίφη ανθρώπων στις πόλεις, με ταυτόχρονη εγκατάλειψη της υπαίθρου, εντατικοποίηση της χρήσης γης και βεβαίως με όλες τις συνέπειες που ο αστικός εκσυχρονισμός συνεπάγεται. Ενδεικτικό είναι το ότι ο πληθυσμός της Καισάρειας διπλασιάστηκε τις δύο τελευταίες δεκαετίες, φτάνοντας σήμερα τις 900.000 περίπου. Η διαθεσιμότητα άπλετης γης έδωσε τη δυνατότητα για σχεδιασμό μιας χαλαρής τετραγωνισμένης ρυμοτομίας, με την πόλη να απλώνεται στον κάμπο... και όπου βγάλει.
Η Καισάρεια βρίσκονταν στις δυτικές απολήξεις του Δρόμου του Μεταξιού, όπως και στους αρχαίους εμπορικούς δρόμους από τη Σινώπη στον Ευφράτη και της "περσικής βασιλικής οδού" από τις Σάρδεις στα Σούσα, πράγμα που της έφερνε αγαθά και πλούτο. Στη ρωμαϊκή εποχή προστέθηκε ο εμπορικός δρόμος που συνέδεε της Έφεσο με τα βάθη της Ανατολής. Υπήρχε συνεχής κατοίκηση από την 3η χιλετηρίδα π.Χ., ενώ βεβαίως στην γειτονική Κανές και Καρούμ από πολύ πιο νωρίς. Το 260 η πόλη, έχοντας πληθυσμό τότε 400.000 κατοίκους, καταστράφηκε από τον Πέρση Σαπώρ μετά την νίκη του επί του Ρωμαίου αυτοκράτορα Βαλεριανού, τον οποίο και συνέλαβε με μια ιστορική προδοσία. Τον 4ο αιώνα ο χριστιανός επίσκοπος Βασίλειος (ο γνωστός από την "Καισαρεία") ίδρυσε ένα "εκκλησιαστικό κέντρο", το οποίο σταδιακά αναπτύχθηκε και απορρόφησε την πόλη, ενώ αργότερα ο Ιουστινιανός οχύρωσε με μεγάλα τείχη ένα τμήμα της νέας πόλης. Η πόλη πέρασε από τους Άραβες, τους Σελτζούκους, τους Μογγόλους, τους Οθωμανούς, τους Τουρκμένους (ξέχασα κανέναν άραγε;).
Η Καισάρεια γνώρισε τρεις χρυσές περιόδους στην ιστορία της. Η πρώτη ήταν πριν από τρεις χιλετηρίδες, όταν αποτελούσε εμπορικό σταθμό μεταξύ Ασσυρίων και Χετταίων. Η δεύτερη ήταν κατά την ρωμαϊκή περίοδο (200-300) και η τρίτη υπό την κατοχή των Σελτζούκων (1178-1243), οπότε και ήταν η δεύτερή τους πρωτεύουσα. Από το 1970 τα παλιά σπίτια συστηματικά κατεδαφίστηκαν, για να χτιστεί αυτή η εντυπωσιακή σύγχρονη πόλη που αντικρύζει σήμερα ο επισκέπτης. Σήμερα λίγα σημάδια υπάρχουν από το ένδοξο παρελθόν. Το σημαντικότερο από αυτά είναι το τείχος που ξεκίνησε ο Ιουστινιανός, το οποίο στέκει μαυρισμένο από τα 1500 χρόνια του και από τη ρύπανση στο κέντρο της πόλης.
Αφού τρομάξω για τα καλά από την υπερβολική κυκλοφορία στους κεντρικούς δρόμους και τα επικίνδυνα φανάρια - μετά από τις τελευταίες μέρες στις ερημιές - μπαίνω μέσα στον περίβολο του κάστρου. Οι εικόνες του χώρου είναι μάλλον απογοητευτικές. Τα συνήθη μαγαζιά, οι τσιμεντένιες άχαρες πολυκατοικίες, πολυκοσμία, φασαρία, ρύπανση. Κάθομαι έξω από το τείχος σε μια σκιά, για προστασία από τον ήλιο του μεσημεριού. Ακουμπώ την πλάτη στις μαύρες πέτρες, παρατηρώ τον κόσμο που περνά από μπροστά μου αδιάφορος. Ουδείς με προσέχει. Όχι ότι με ενοχλεί φυσικά, αλλά να, πόσο διαφορετικούς ανθρώπους μπορείς να γνωρίσεις... Κάθε Οδυσσέας είναι γραφτό να ζήσει το πεπρωμένο του - πολλά των ανθρώπων τα άστεα και πολλοί οι νόες επίσης...
Στην μακρά πορεία της εξόδου από την πόλη, σταματώ λόγω πείνας για μεσημεριανό φαγητό στην είσοδο ενός εγκαταλειμένου εργοστασίου. Δεν θα αργήσουν να με ανακαλύψουν δυο άντρες που είναι φύλακες στο χώρο. Το εργοστάσιο υφασμάτων έκλεισε λόγω της οικονομικής κρίσης. Αφού κάνουν όλες τις συνήθεις ερωτήσεις και μού δώσουν μερικά ξυνόμηλα, θα προσφερθούν να με οδηγήσουν προς την έξοδο της πόλης. Από εκεί θα αρχίσει για μένα η επόμενη ερημιά. Αρκετά πριν νυχτώσει θα βρω κατάλυμα σε ένα ξεχασμένο κτίσμα, κοντά σε κάποιο χωριό. Μαγειρεύω, ξεκουράζομαι, και σκοπεύω να κοιμηθώ νωρίς. Όσο κι αν προσπαθήσω να περάσω απαρατήρητος, μια παρέα πέντε παιδιών θα με εντοπίσουν, και θα επαναληφθούν φυσικά οι συνήθεις ερωτήσεις μαζί με ένα πλήρες μάθημα ποδηλασίας.
Νυχτώνει. Ο καιρός είναι θαυμάσιος. Η θερμοκρασία είναι στους 19 βαθμούς. Χθες τέτοια ώρα η θερμοκρασία ήταν στους 9 βαθμούς! Βρίσκομαι σε υψόμετρο 1050 μέτρων. Το τοπίο έχει αλλάξει, ο καιρός έχει αλλάξει, όλα έχουν αλλάξει για ακόμα μια φορά. Πλησιάζω στην πιο ξερή περιοχή της Μικράς Ασίας, στην κεντρική περιοχή των αλμυρών λιμνών. Εδώ η βροχή το καλοκαίρι αποτελεί σπανιότατο φαινόμενο.
Ξημέρωσε. Το θερμόμετρο δείχνει 7 βαθ. Κελσίου. Μαζεύω με κέφι τα πράγματά μου, αναβάλλοντας το πρωινό για μια πιο ζεστή στιγμή όταν θα έχει βγει ο ήλιος. Η στέππα ξαναρχίζει. Κάποιος πουλά καρπούζια και πεπόνια σε ένα παρόδιο παράπηγμα. Η στιγμή του πρώτου γεύματος έφτασε.
Τα πεπόνια δεν διαφέρουν ούτε στην εμφάνιση ούτε στη γεύση από αυτά που βρίσκω και στη χώρα μου στο εμπόριο. Προφανώς, οι ίδιες εμπορικές ποικιλίες υπάρχουν και εδώ. Κρίμα. Η παγκοσμιοποίηση πλήττει την ποιότητα και στη γεωργία. Ο πρωινός μου φίλος μού δανείζει το μεγάλο μαχαίρι του και με παρατηρεί, καθώς κόβω και καταβροχθίζω, αργά μεν αλλά σταθερά, ένα ολόκληρο πεπόνι. Είπαμε, ο έρωτας ο βήχας και η πείνα δεν κρύβονται.
- Έναντι ευτελούς τιμής. Καρπούζια και πεπόνια πωλούνται στην άκρη του δρόμου.
- Καταυλισμοί ανθρώπων καταμεσής στο καππαδοκικό τοπίο.
Εξαιτίας μια λανθασμένης πληροφορίας, περνώ κοντά από το καραβάν-σαράι του Sultanhani χωρίς να το αντιληφθώ. Όταν ανακαλύψω το λάθος, θα βρίσκομαι περισσότερο από 10 χιλιόμετρα δυτικά και δεν αποφασίζω να επιστρέψω πάλι προς τα πίσω. Το ίδιο θα συμβεί και με την περίπτωση του χώρου του Κιούλτεπε, όπου όμως θα επιστρέψω πίσω περίπου 4 χιλιόμετρα. Η σήμανση των μνημείων στο δρόμο είναι ελλιπής και δεν υπάρχουν ευδιάκριτες πινακίδες προς τα σημεία ενδιαφέροντος στη διαδρομή.
Οι δίδυμοι λόφοι του Κιούλτεπε είναι ένας ιδιαίτερος αρχαιολογικός χώρος. Εδώ, 20 χιλιόμετρα ΒΑ της Καισάρειας, ανασκάφηκαν δεκάδες χιλιάδες πλάκες από ψημένο πηλό σε σφηνοειδή γραφή με αρχεία της οικονομικής ζωής από την εποχή των Ασσυρίων ήδη, από την εποχή της πόλης του Κανές, τη Νέσα των Χετταίων. Κατά τους ειδικούς, εδώ εντοπίστηκε η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, με αναφορά πίσω μέχρι τον 20ό αιώνα π.Χ.
- Ο λόφος του Κανές. Ερείπια της αρχαίας πόλης του Kanesh. Στο βάθος φαίνονται οι πρώτες πολυκατοικίες της Καισάρειας, στους πρόποδες του χιονοσκεπούς Αργαίου, του ψηλότερου όρους της κεντρικής Ανατολίας.
Στον ορίζοντα στα νοτιοδυτικά, από το πρωί σήμερα βλέπω διαρκώς την χιονισμένη κορυφή του Ερτζιγές, που δεσπόζει σε κάθε τοπίο της περιοχής. Πρόκειται για τον αρχαίο Αργαίο, ένα παλιό ηφαίστειο με σημερινό υψόμετρο 3.916μ, που μαρτυρείται ότι εξερράγη για τελευταία φορά το 253 π.Χ. Όπως μαρτυρεί ο Στράβων, στα χρόνια εκείνα ο Αργαίος είχε πάντα χιόνια και οι λίγοι που τολμούσαν να ανεβούν στην κορυφή του με κάποια τύχη μπορούσαν να δουν συγχρόνως τον Εύξεινο Πόντο και τη Μεσόγειο.
- Οι απλούστεροι δυνατοί τάφοι. Ένα νεκροταφείο δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο του Κιούλτεπε τον συναγωνίζεται σε παλαιότητα.
- Η Καισάρεια. Μια βιομηχανοποιημένη μεγαλούπολη με σύγχρονο χαρακτήρα και υποδομές, με πολύ μεγάλη ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες.
Η Καισάρεια είναι μια ακόμα πόλη-έκπληξη. Στη μέση της ερήμου, μετά από τις ατελείωτες μοναχικές ώρες στην ερημιά της στέππας, συναντάς ξαφνικά μια πόλη η οποία δεν σού θυμίζει ανατολική πόλη. Ρυμοτομία, μεγάλοι δρόμοι, πάρκα με πρασιές και λουλούδια, τραμ, σού δίνουν την εντύπωση μιας δυτικοευρωπαϊκής πολιτείας.
Η Καισάρεια συμπεριλαμβάνεται στην κατηγορία των αποκαλούμενων "ανατολικών τίγρεων" στην οικονομική ορολογία, όρος που περιγράφει τις τούρκικες πόλεις που γνώρισαν μια εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη από τη δεκαετία του ΄80 και μετά. Στον μακρινό απόηχο του κεμαλικού εξαστισμού, η οικονομική ανάπτυξη στηρίχτηκε στην αστικοποίηση και την εκβιομηχάνιση, με όπλο κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την εκμετάλλευση του ανατολικού εμπορικού δαιμονίου. Η αλλαγή έφερε στίφη ανθρώπων στις πόλεις, με ταυτόχρονη εγκατάλειψη της υπαίθρου, εντατικοποίηση της χρήσης γης και βεβαίως με όλες τις συνέπειες που ο αστικός εκσυχρονισμός συνεπάγεται. Ενδεικτικό είναι το ότι ο πληθυσμός της Καισάρειας διπλασιάστηκε τις δύο τελευταίες δεκαετίες, φτάνοντας σήμερα τις 900.000 περίπου. Η διαθεσιμότητα άπλετης γης έδωσε τη δυνατότητα για σχεδιασμό μιας χαλαρής τετραγωνισμένης ρυμοτομίας, με την πόλη να απλώνεται στον κάμπο... και όπου βγάλει.
Η Καισάρεια βρίσκονταν στις δυτικές απολήξεις του Δρόμου του Μεταξιού, όπως και στους αρχαίους εμπορικούς δρόμους από τη Σινώπη στον Ευφράτη και της "περσικής βασιλικής οδού" από τις Σάρδεις στα Σούσα, πράγμα που της έφερνε αγαθά και πλούτο. Στη ρωμαϊκή εποχή προστέθηκε ο εμπορικός δρόμος που συνέδεε της Έφεσο με τα βάθη της Ανατολής. Υπήρχε συνεχής κατοίκηση από την 3η χιλετηρίδα π.Χ., ενώ βεβαίως στην γειτονική Κανές και Καρούμ από πολύ πιο νωρίς. Το 260 η πόλη, έχοντας πληθυσμό τότε 400.000 κατοίκους, καταστράφηκε από τον Πέρση Σαπώρ μετά την νίκη του επί του Ρωμαίου αυτοκράτορα Βαλεριανού, τον οποίο και συνέλαβε με μια ιστορική προδοσία. Τον 4ο αιώνα ο χριστιανός επίσκοπος Βασίλειος (ο γνωστός από την "Καισαρεία") ίδρυσε ένα "εκκλησιαστικό κέντρο", το οποίο σταδιακά αναπτύχθηκε και απορρόφησε την πόλη, ενώ αργότερα ο Ιουστινιανός οχύρωσε με μεγάλα τείχη ένα τμήμα της νέας πόλης. Η πόλη πέρασε από τους Άραβες, τους Σελτζούκους, τους Μογγόλους, τους Οθωμανούς, τους Τουρκμένους (ξέχασα κανέναν άραγε;).
Η Καισάρεια γνώρισε τρεις χρυσές περιόδους στην ιστορία της. Η πρώτη ήταν πριν από τρεις χιλετηρίδες, όταν αποτελούσε εμπορικό σταθμό μεταξύ Ασσυρίων και Χετταίων. Η δεύτερη ήταν κατά την ρωμαϊκή περίοδο (200-300) και η τρίτη υπό την κατοχή των Σελτζούκων (1178-1243), οπότε και ήταν η δεύτερή τους πρωτεύουσα. Από το 1970 τα παλιά σπίτια συστηματικά κατεδαφίστηκαν, για να χτιστεί αυτή η εντυπωσιακή σύγχρονη πόλη που αντικρύζει σήμερα ο επισκέπτης. Σήμερα λίγα σημάδια υπάρχουν από το ένδοξο παρελθόν. Το σημαντικότερο από αυτά είναι το τείχος που ξεκίνησε ο Ιουστινιανός, το οποίο στέκει μαυρισμένο από τα 1500 χρόνια του και από τη ρύπανση στο κέντρο της πόλης.
Αφού τρομάξω για τα καλά από την υπερβολική κυκλοφορία στους κεντρικούς δρόμους και τα επικίνδυνα φανάρια - μετά από τις τελευταίες μέρες στις ερημιές - μπαίνω μέσα στον περίβολο του κάστρου. Οι εικόνες του χώρου είναι μάλλον απογοητευτικές. Τα συνήθη μαγαζιά, οι τσιμεντένιες άχαρες πολυκατοικίες, πολυκοσμία, φασαρία, ρύπανση. Κάθομαι έξω από το τείχος σε μια σκιά, για προστασία από τον ήλιο του μεσημεριού. Ακουμπώ την πλάτη στις μαύρες πέτρες, παρατηρώ τον κόσμο που περνά από μπροστά μου αδιάφορος. Ουδείς με προσέχει. Όχι ότι με ενοχλεί φυσικά, αλλά να, πόσο διαφορετικούς ανθρώπους μπορείς να γνωρίσεις... Κάθε Οδυσσέας είναι γραφτό να ζήσει το πεπρωμένο του - πολλά των ανθρώπων τα άστεα και πολλοί οι νόες επίσης...
Στην μακρά πορεία της εξόδου από την πόλη, σταματώ λόγω πείνας για μεσημεριανό φαγητό στην είσοδο ενός εγκαταλειμένου εργοστασίου. Δεν θα αργήσουν να με ανακαλύψουν δυο άντρες που είναι φύλακες στο χώρο. Το εργοστάσιο υφασμάτων έκλεισε λόγω της οικονομικής κρίσης. Αφού κάνουν όλες τις συνήθεις ερωτήσεις και μού δώσουν μερικά ξυνόμηλα, θα προσφερθούν να με οδηγήσουν προς την έξοδο της πόλης. Από εκεί θα αρχίσει για μένα η επόμενη ερημιά. Αρκετά πριν νυχτώσει θα βρω κατάλυμα σε ένα ξεχασμένο κτίσμα, κοντά σε κάποιο χωριό. Μαγειρεύω, ξεκουράζομαι, και σκοπεύω να κοιμηθώ νωρίς. Όσο κι αν προσπαθήσω να περάσω απαρατήρητος, μια παρέα πέντε παιδιών θα με εντοπίσουν, και θα επαναληφθούν φυσικά οι συνήθεις ερωτήσεις μαζί με ένα πλήρες μάθημα ποδηλασίας.
Νυχτώνει. Ο καιρός είναι θαυμάσιος. Η θερμοκρασία είναι στους 19 βαθμούς. Χθες τέτοια ώρα η θερμοκρασία ήταν στους 9 βαθμούς! Βρίσκομαι σε υψόμετρο 1050 μέτρων. Το τοπίο έχει αλλάξει, ο καιρός έχει αλλάξει, όλα έχουν αλλάξει για ακόμα μια φορά. Πλησιάζω στην πιο ξερή περιοχή της Μικράς Ασίας, στην κεντρική περιοχή των αλμυρών λιμνών. Εδώ η βροχή το καλοκαίρι αποτελεί σπανιότατο φαινόμενο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου