Η περιπέτεια του πολιτισμού (ενδεικτικό κείμενο)

Περίληψη
Πριν τον Όμηρο και τα έπη της εποχής του, πριν τον μαχητή Αχιλλέα της επικής Ιλιάδας και τον πολύτροπο Οδυσσέα της δραματικής Οδύσσειας, ο Ιάσονας ήταν ο πρώτος πολιτισμικός περιηγητής. Πρωτίστως το ταξίδι αυτό ήταν μια πολιτισμική διαδρομή. Αυτό το ταξίδι με έκανε να αισθάνομαι υπερήφανος για την καταγωγή μου και την ιστορία του τόπου μου. Η βασικότερη διαχρονική πανανθρώπινη εμπειρία και αξία, ο πολιτισμός, είναι κοινός, ανήκει σε όλους. Πολιτισμός είναι ό,τι έχουμε χωρίς να είναι δικό μας. Ο πολιτισμός δεν είναι θέμα των γονιδίων, αλλά των μιμιδίων, συνιστά το πιο κολλητικό «μικρόβιο» του ανθρώπου. Η ποιητική δύναμη που διαπερνά τους ανθρώπινους αιώνες. Πολιτισμένος είναι αυτός που πιστεύει στη διαχρονικότητα του ανθρώπου. Αυτό το ταξίδι με έκανε να αναθεωρήσω ιστορικούς μύθους και με έκανε να δω με καινούργιο μάτι τον άνθρωπο και τον πολιτισμό του. Αυτό το ταξίδι ζωής με έκανε να αισθάνομαι υπερήφανος για τον Ανθρώπινο Πολιτισμό.

Παραδόξως, το κείμενο που ακολουθεί είναι μεν ένα θεωρητικό κείμενο, αλλά ωστόσο και "πρακτικό" με την έννοια ότι προέκυψε από μία απορία μου και από την προσπάθεια για την λύση της. Με λίγη υπομονή, θα εξηγηθεί αυτό. Το κείμενο, φαινομενικώς άσχετο με την προηγούμενη παράγραφο, έχει κριτικό και συνθετικό χαρακτήρα. Άλλωστε ο ανθρώπινος πολιτισμός συνιστά ένα κατ΄ εξοχήν δημιουργικό πεδίο και οι δημιουργικές ιδέες χαρακτηρίζονται από κριτική σκέψη και συνθετική ικανότητα. Πρέπει εξ αρχής να καταστήσω σαφές, ότι το κείμενο δεν φιλοδοξεί να δώσει απαντήσεις, αλλά να ερεθίσει τη σκέψη ώστε αυτή να αναζητήσει νέα ερωτήματα.

Τα τρία εξελικτικά στάδια του πολιτισμού

Κατά τη θεώρηση του ανθρώπινου πολιτισμού, τρία είναι τα εξελικτικά στάδια του ανθρώπου:
  • ο άνθρωπος κυνηγός-συλλέκτης,
  • ο γεωργός, και
  • ο νομάς.
Αυτά τα τρία ιστορικά στάδια, μολονότι δεν έχουν χωρικές και χρονικές σαφείς διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους, αποτυπώνουν την πολιτιστική εξέλιξη του ανθρωπίνου είδους από τότε που εμφανίστηκαν οι οργανωμένες κοινωνίες του μέχρι την εποχή μας. Κατά την ανθρωπολογία, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι περίπου στα 200.000 χρόνια πριν από σήμερα το είδος είχε φτάσει από οργανικής πλευράς στο τελευταίο εξελικτικό στάδιο: η γενετική μας σύσταση ήταν η ίδια όπως σήμερα και ο εγκέφαλος είχε αναπτυχθεί και είχε τις ίδιες δυνατότητες.

Το ανθρώπινο είδος εισήλθε σε μία Χρυσή Εποχή. Η νοημοσύνη μάς έδωσε την ικανότητα να καλύπτουμε τις βασικές βιοτικές ανάγκες (τροφή, καταφύγιο και ασφάλεια) με σχετική ευκολία, σε σύγκριση με τα άλλα είδη. Δια της γλώσσας, μέσα στα άτομα της ομάδας μεταφέρονται ήχοι, τραγούδια, παρατηρήσεις, ιδέες, γνώση, από τη μια γενιά στην άλλη. Αυτό συνέτεινε στη δραματική αλλαγή της περιβάλλουσας φύσης και της σχέσης μας με τον χώρο, τον χρόνο και τον κόσμο. Η γνωστική διαδικασία (μνήμη και πρόβλεψη) μπορούσε να εισχωρεί στο παρελθόν και στο μέλλον. Ακούγοντας ιστορίες από τους γηραιότερους, με τη φαντασία μπορούσαμε να ζούμε γεγονότα του μακρινού παρελθόντος, που μπορούσαν να φτάνουν μέχρι τη μετάθεση των ισημεριών ή τις παλίρροιες της εποχής των παγετώνων. Οι ιστορίες των ιθαγενών της Αυστραλίας περιέγραφαν με ακρίβεια τοπία, τα οποία σήμερα βρίσκονται στις ακτές της ηπείρου κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, λόγω της ανόδου της στάθμης θάλασσας μετά το λιώσιμο των πάγων. Όλη η σοφία και η βαθιά γνώση συμπυκνώνονταν κωδικοποιημένη στους θρύλους και τα τραγούδια μέσα στον Μύθο. Ο μύθος ήταν το πολιτιστικό γυροσκόπιο που διατηρούσε τη σοφία και τη γνώση από γενιά σε γενιά, ένα είδος εσωτερικού οδηγού που συντηρούσε την κοινωνική σταθερότητα και συνοχή μέσα στο χρόνο, ακόμα και όταν το περιβάλλον άλλαζε. Σιγά σιγά, αδιόρατα, ο μύθος εμπλουτίζονταν από άτομα που διέθεταν αυξημένη αντιληπτικότητα και διαίσθηση. Έτσι απέκτησε ο πολιτισμός μας την συλλογική σοφία και την αρμονία: την διπλή αρμονία αφενός προς την εξωτερική φύση και αφετέρου του ενός μέλους της ομάδας προς τα άλλα.

Όταν ο Homo sapiens sapiens εισέρχονταν στο πρώτο πολιτιστικό του στάδιο, η κοινωνική δομή των ομάδων του ήταν παρόμοια με αυτή των άλλων πρωτευόντων. Κατά το φυσικό πρότυπο, σε κάθε ομάδα υπήρχε ένα ή περισσότερα ισχυρά αρσενικά (alpha-males, όπως αποκαλούνται στη βιολογία και την ηθολογία των ζώων), όπου η φυσική ρώμη ήταν το κριτήριο της υπεροχής, μέσα και έξω από την ομάδα.

Βάσει του προηγουμένου σταδίου των πρωτευόντων, από το οποίο άρχισε να διαφοροποιείται, ο κυνηγός-συλλέκτης είχε το ίδιο είδος οικονομίας. Η φύση προσέφερε τα προς το ζην και η ομάδα υπερασπίζονταν την περιοχή της, από την οποία προσπορίζονταν την τροφή και όλα τα αναγκαία. Όπως έχει παρατηρηθεί στην ηθολογία των χιμπατζήδων, υπήρχαν συγκρούσεις με τις γειτονικές ομάδες, αλλά δεν υπήρχε ο πόλεμος και η κατάκτηση όπως τα γνωρίζουμε σήμερα, διότι σε μια άμεση οικονομία ελεύθερης παροχής από την φύση κάτι τέτοιο δεν είχε νόημα. Δεν υπήρχε η δυνατότητα συσσώρευσης τροφής και πόρων που μπορούν να ανταλλαχθούν, συνεπώς η κατάκτηση μιας γειτονικής περιοχής δεν θα είχε τίποτε να προσφέρει. Όσα η φύση έδινε ήσαν (όταν ήσαν) αρκετά για την επιβίωση, με δεδομένη την σταθερότητα του κλίματος (για την χρονική κλίμακα του ανθρώπινου προσδόκιμου ζωής), η οποία επέτρεπε την κατοίκηση στα προσφορότερα περιβάλλοντα τα οποία μπορούσαν να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες. Περιστασιακά εμφανίζονταν ευκαιρίες ανισορροπίας - π.χ. ελλείψεις ή πλεονάσματα τροφής λόγω μεταναστεύσεων ζώων κλπ. - οπότε συνέβαινε να επανακάμψει η κατάκτηση, αλλά αυτά τα φαινόμενα είχαν περιορισμένο τοπικό χαρακτήρα χωρίς γενικευμένες επιπτώσεις.

Οι κοινωνίες των κυνηγών-συλλεκτών είχαν τρεις λειτουργικές διαφορές σε σύγκριση με τις κοινωνίες των πρωτευόντων:
  • μια εξελιγμένη «δευτερογενή» νοημοσύνη,
  • την ανάπτυξη της γλώσσας, και
  • την εγκατάλειψη της αρχής του ισχυρού αρσενικού (alpha male).
Ο κυνηγός-συλλέκτης ανακάλυψε την αξία της ισονομίας. Στις κοινωνίες του οι αποφάσεις παίρνονταν με συναίνεση, διότι παρατήρησαν ότι μια συλλογική απόφαση συνιστά εν τοις πράγμασι αποδοτικότερη στρατηγική από την κρίση του ενός. Παράλληλα, η ανάπτυξη της γλώσσας είχε ως συνέπεια την εμφάνιση και βίωση δύο διαφορετικών κόσμων: της πραγματικότητας και του μύθου. Πηγή της πρώτης ο εξωτερικός κόσμος στον οποίον ζει η ομάδα - πηγή του δεύτερου ο εσωτερικός κόσμος των ατόμων που την απαρτίζουν. Δια της πραγματικότητας επιτυγχάνεται η επιβίωση, ενώ δια του μύθου η κατανόηση. Κάθε ομάδα ζει υπό το φως του Μύθου της. Η γλώσσα είναι ο φορέας των απαντήσεων από γενιά σε γενιά στα βασικά υπαρξιακά ερωτήματα. Οι βιολόγοι ξέρουν, ότι ένα μικρό χιμπατζή δεν διαφέρει σε τίποτε από ένα μικρό ανθρώπου μέχρι την ηλικία του ενός έτους, ενώ οι διαφορές στη συνέχεια σχετίζονται με τη γλώσσα. Με τη γλώσσα γεννήθηκε η μυθολογία και οι θεοί. Η υποχώρηση του ισχυρού αρσενικού έδωσε χώρο στην ανάπτυξη της μητριαρχίας σε κάποιες περιπτώσεις, πράγμα που αντικατοπτρίζεται στις γυναικείες θεότητες και τη Μητέρα-Θεά (π.χ. στην παλαιολιθική και νεολιθική Θεσσαλία, μετά το 10.000 π.Χ., τα εδώλια φανερώνουν έντονη τη λατρεία της γυναίκας).

Περίπου στα 10.000 χρόνια πριν από σήμερα συντελείται μία καίρια αλλαγή: η μόνιμη κατοίκηση. Ο άνθρωπος βρίσκει τρόπους να αποδεσμευτεί από την περιοδικότητα και το τυχαίο της φύσης, ελέγχοντάς την προς το δικό του συμφέρον. Επινοεί την γεωργία και την κτηνοτροφία. Το στάδιο της γεωργίας πρωτοεμφανίζεται στα πλούσια προσχωσιγενή γόνιμα εδάφη των εκβολών των μεγάλων ποταμών. Η μόνιμη κατοίκηση επιφέρει μεγάλη ώθηση στο πολιτιστικό φαινόμενο. Η καλλιέργεια της γης δίνει τη δυνατότητα της μόνιμης κατοικίας, η οποία προσφέρει ελεύθερο χρόνο και ευκαιρίες σε κάθε μορφή δημιουργίας. Η παραγωγή αυξάνεται, οπότε αρχίζουν οι σχέσεις με τους γείτονες για ανταλλαγή αγαθών. Τα πλεονάσματα απαιτούν διαχείριση, οπότε αρχίζει η οικονομία και οι οικονομικές σχέσεις. Οι νέες ανάγκες απαιτούν εξειδικευμένες τεχνικές, οπότε αρχίζει η επιστήμη. Οι νέες δυνατότητες προκαλούν νέες κοινωνικές δομές, οπότε αρχίζει η πολιτική. Η γλώσσα εκλεπτύνεται, οπότε καλπάζει η τέχνη στις διάφορες μορφές της ως αποτύπωση των λεπτότερων αποχρώσεων του μύθου.

Ο άνθρωπος απέκτησε πρωτόγνωρες δυνάμεις. Εμφανίστηκαν οι πρώτες οργανωμένες πόλεις. Γεννήθηκε το αστικό φαινόμενο. Οι πόλεις αυτές πλέον απαιτούσαν δομές διαφοροποιημένες από τον περιβάλλοντα χώρο, από τον φυσικό κόσμο. Τα πρώτα πολίσματα εμφανίστηκαν σε εκβολές ποταμών, αλλά η πραγματική αστική ανάπτυξη εμφανίστηκε σε έναν χώρο που συνδύαζε από τη μια πλευρά το πλούσιο φυσικό περιβάλλον, ως πηγή των φυσικών αγαθών, και από την άλλη πλευρά την στρατηγική θέση στις μετακινήσεις των πληθυσμών: στον αιγαιακό χώρο. Η Ιωνία βρίσκονταν σε ένα σημείο το οποίο αποτελούσε γέφυρα μεταναστεύσεων και επιρροών. Δύο ήταν οι πηγές του κοσμοπολιτισμού του χωροχρόνου εκείνου. Πρώτον, η Ιωνία (αλλά και τα παράλια του Πόντου, και γενικότερα η Μικρά Ασία) ήταν η κατάληξη των εμπορικών οδών που έφερναν αγαθά από την κεντρική Ασία προς τα μεσογειακά παράλια. Οι μεταφορές αυτές άρχισαν από νωρίς και ανέκαθεν συνέβαλαν καίρια στις οικονομικές σχέσεις και στις πολιτιστικές επαφές λαών διαφορετικών μεταξύ τους. Δεύτερον, ιδίως μετά και τον δεύτερο αποικισμό, υπήρχαν ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ των μητροπόλεων και των αποικιών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που δείχνει αυτά τα πολιτιστικά αντιδάνεια είναι οι Αθηναίοι, για τους οποίους ο Ίων ήταν ο μυθικός γενάρχης. Ο Ίων, απόγονος του Δευκαλίωνος, ενέπνευσε στους Αθηναίους την θεοσέβεια, ήταν υιός του Απόλλωνος και ηγήθηκε της μεταναστεύσεως στην Ιωνία μετά τη δωρική "κάθοδο". Και βεβαίως η ιωνική διάλεκτος, με την καλλιέργεια και την λεπτότητά της, έγινε η γλώσσα της επιστήμης, των συγγραφέων και των φιλοσόφων. Ο καίριος χώρος του πολιτισμού ήταν τα παράλια της Μικράς Ασίας. Οι Ίωνες δημιούργησαν μια παράδοση που άλλαξε για πάντα την πορεία του ανθρώπου. Με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους τίθενται οι βάσεις της επιστήμης, της θρησκείας, της δημοκρατίας και όλων των καίριων εκφάνσεων του ανθρώπινου πολιτισμού. Η τέχνη κατέκτησε τις πλέον εκλεπτυσμένες μορφές της, (από)κωδικοποιώντας δια του ήχου (γλώσσα, μουσική) και δια του ορατού (αρχιτεκτονική, εικαστική) τον μύθο. Η εξειδίκευση, η οικονομία, η πολιτική, η αρχιτεκτονική, οδήγησαν στην εμφάνιση πόλεων με εκπληκτική κοινωνική οργάνωση και νόμους.

Η Χρυσή Εποχή - η πόλη, ο πολίτης, ο πολιτισμός

Η γεωργική περίοδος ήταν η πρώτη και η μεγάλη Χρυσή Εποχή του πολιτισμού. Στην πολιτιστική κοιτίδα της ανατολικής Μεσογείου, βρισκόμαστε στην εποχή της ανάπτυξης του μυκηναϊκού και κρητομινωικού πολιτισμού. Χαρακτηριστική περίπτωση ο πολιτισμός της Κνωσσού. Στις ζωγραφιές του μινωικού παλατιού, σε αντίθεση με άλλους σύγχρονους πολιτισμούς, υπάρχουν αναπαραστάσεις ανθρώπων που απολαμβάνουν τη ζωή και τον φυσικό κόσμο - δεν υπάρχουν πολεμιστές και μάχες.
Οι αρχαίοι μύθοι θύμιζαν σε εκείνους τους πρώτους κοινωνικούς ανθρώπους, ότι η συνύπαρξη και η συνεργασία είναι προς το συμφέρον απάντων. Οι κοινωνίες αποτελούν μέρος της φύσης που περιβάλλει όλους, συνεπώς είναι προς το κοινό συμφέρον όλων να λειτουργούν σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους. Έτσι οι νέες δυνατότητες δεν έκαναν κακό στη φύση, αντιθέτως συνέβαλαν στην ανάπτυξη και στην πολιτιστική ανταλλαγή. Δυστυχώς όμως, ένα εξελικτικό παρακλάδι άρχισε να απομακρύνεται από την κοινή συνείδηση: ήταν οι κοινωνίες που εξειδικεύτηκαν στην κτηνοτροφία. Οι νομάδες έκαναν την εμφάνισή τους, παίρνοντας το δικό τους δρόμο μακριά από τους γεωργούς, συνοδευόμενοι από την ανάλογη μεταλλαγή των μύθων τους προς μία νέα κατεύθυνση - την κατεύθυνση του πολέμου.

Ο τρίτος δρόμος στην εξέλιξη

Το βασικό πρόβλημα για μία ομάδα κτηνοτρόφων είναι η εξεύρεση βοσκοτόπων. Από εκεί ξεκινούν όλα για αυτήν. Οι νομάδες πρέπει διαρκώς να μετακινούνται σε εξεύρεση βοσκών και οι αιτίες δεν έχουν να κάνουν μόνο με την εποχιακότητα της τροφής που η φύση προσφέρει για τα ζώα. Η βασική πηγή τροφής τους είναι το κρέας και μια πρώτη παρατήρηση θα ήταν ότι η διατροφή με κρέας (αίμα) συνδέεται με την αυξημένη επιθετικότητα. Η υπερβόσκηση μιας περιοχής γρήγορα την υποβαθμίζει και προκαλεί την διαρκή ανάγκη για φρέσκους βοσκοτόπους. Είναι λοιπόν αναμενόμενο ότι οι γειτονικές φυλές των νομάδων θα ανταγωνιστούν για ζωτικό χώρο. Όμως ο εδαφικός ανταγωνισμός προκαλεί τον πόλεμο. Ο εδαφικός ανταγωνισμός διαφέρει ουσιαστικά από τις συνοριακές αψιμαχίες, οι οποίες έχουν αμυντικό χαρακτήρα καθώς στοχεύουν στην διατήρηση του βιοτόπου. Όταν δύο φυλές νομάδων ανταγωνίζονται για την ίδια περιοχή, κάποιος πρέπει να εξοντωθεί, διότι και οι διπλανές περιοχές θα είναι προφανώς και αυτές κατειλημμένες από άλλους. Δεν υπάρχουν περιθώρια συνεργασίας και συναίνεσης, ο πόλεμος γίνεται ο μονόδρομος για την επιβίωση. Και πόλεμος σημαίνει συστηματική εξόντωση των γειτόνων, όχι περιστασιακή σύγκρουση στο στενό τοπικό πλαίσιο.

Όμως ανταγωνιστικός στον πόλεμο είναι αυτός που διαθέτει αυστηρή ιεραρχία και πειθαρχία. Σε αυτές λοιπόν τις κοινωνίες επιστρέφει θριαμβευτικά το ισχυρό αρσενικό. Επιστρέφει η πατριαρχική δομή. Η Βία και ο Δόλος είναι τα δύο μέσα που θα αγιάσουν τον σκοπό της επιβίωσης. Και πάντα βεβαίως ο μύθος ακολουθεί την πραγματικότητα: η ωμή ισχύς, η επιθετικότητα, η πονηριά, η κατασκοπία, η προδοσία, η μπαμπεσιά, είναι οι αρετές του πολεμιστή που εμφανίζονται στο προσκήνιο, επιτακτικές και έντονες όσο ποτέ άλλοτε από τότε που ο άνθρωπος έγινε άνθρωπος. Στις κοινωνίες αυτές υπάρχει εξουσία και κυριαρχία, δεν υπάρχει ισονομία. Στο πάνθεον των νομαδικών φυλών υπάρχει σαφής μονοθεΐα και ένας κυρίαρχος αρσενικός θεός, σε αντίθεση με αυτό των ομάδων με την μεγαλύτερη πολιτιστική ανάπτυξη, όπου υπάρχουν μαζί σε ισορροπία θεοί και θεές, που αντιστοιχούν και εκφράζουν τις διάφορες φυσικές και συμπαντικές δυνάμεις.

Η νέα νοοτροπία συνεπιφέρει καίριες κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις. Σε συνθήκες ζωτικού ανταγωνισμού, το μέγεθος της ομάδας έχει αποφασιστική σημασία, διότι αυτός που έχει περισσότερους πολεμιστές έχει τις πιθανότητες νίκης με το μέρος του. Υπάρχει λοιπόν μία δυναμική για μεγέθυνση, λόγω των διαρκών συγκρούσεων. Επίσης μεγάλη σημασία αποκτά η πονηριά και η διπλωματία, διότι ο αρχηγός που είναι πονηρότερος από τους άλλους έχει το πλεονέκτημα των καλύτερων συμμαχιών. Μια τέτοια δυναμική ανέδειξε τον Τσέγκις Χαν, ο οποίος έγινε ο αρχηγός της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας που γνώρισε ποτέ ο κόσμος. Η αυτοκρατορία αυτή ξεκίνησε και αναπτύχθηκε στην αχανή κεντρική Ασία, στην περιοχή των αχανών στεπών, δηλ. σε έναν κατ΄ εξοχήν τόπο νομαδικών κοινωνιών.

Η επιστροφή του ισχυρού αρσενικού

Σε αυτό το σημείο, η ανθρωπότητα έχει χωριστεί σε τρία εξελικτικά νήματα. Το πρώτο, ο άνθρωπος κυνηγός-συλλέκτης, επιβιώνει μέχρι σήμερα μόνο στις περιορισμένες κοινωνίες των ιθαγενών των τροπικών περιοχών. Το δεύτερο, αυτό των γεωργών, αναπτύσσει τη μόνιμη κατοίκηση και τις πρώτες οργανωμένες πόλεις, και είναι αυτό το οποίο θα δώσει εκ των πραγμάτων στον πολιτισμό το ουσιαστικό του περιεχόμενο. Και το τρίτο, οι νομάδες μακριά στις στέπες, διαρκώς μετακινούμενοι, έχουν το χαμηλότερο πολιτιστικό επίπεδο, αναπτύσσουν το πνεύμα του ανταγωνισμού και του πολέμου, λειτουργούν με τις δυναμικές της ιεραρχίας και της κυριαρχίας, με μεγάλους αρχηγούς που έχουν στις διαταγές τους οργανωμένους στρατούς, με πολεμιστές που έχουν άλογα τα οποία τους δίνουν καίριο στρατηγικό πλεονέκτημα στη μάχη.

Οι κοινωνίες αυτές ακολουθούν την αρχή της αρσενικής κυριαρχίας. Ως αρετές εμφανίζονται η φυσική βία, η επιθετικότητα, η περιφρόνηση των γεωργών και αυτών που έχουν μόνιμη κατοικία. Οι κάστες, η πολυγαμία (λόγω έλλειψης ανδρών), οι γενοκτονίες, ο πρωτογενής εθνικισμός, κάνουν τη εμφάνισή τους. Και βεβαίως σε μία διένεξη με γεωργούς αυτοί έχουν πάντα τις πιθανότητες της νίκης με το μέρος τους. Και μετά τη μάχη, όταν οι επιδρομείς έχουν κατακτήσει τους γεωργούς, μόνο εξόντωση και υποδούλωση είναι δυνατό να συμβούν - ποτέ συνεργασία ή συναίνεση. Αποκλείεται οι γεωργοί να πέσουν στο επίπεδο των πολεμιστών, όπως επίσης αποκλείεται οι πολεμιστές να γίνουν γεωργοί. Έχουμε τη γένεση της εξουσίας. Μιας εξουσίας που ελέγχεται από τους λίγους εναντίον των πολλών, αφού πρέπει οι πολλοί να δουλεύουν για περνούν καλά οι λίγοι. Οι πολιτισμένες κοινωνίες θα είναι στο εξής μονίμως έκθετες στους απολίτιστους επιδρομείς. Η βαρβαρότητα έχει το πλεονέκτημα της ισχύος. Είναι το τέλος της Χρυσής Εποχής, η πτώση από τον κήπο της Εδέμ. Ήταν η απαρχή της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο.

Η δουλεία έρχεται στο προσκήνιο. Πρώτα έχουμε τον δυνάστη: είναι ο αρχηγός της φυλής που νίκησε στον πόλεμο. Μετά, έχουμε τους προνομιούχους: είναι τα μέλη της φυλής που νίκησε που απαρτίζουν την προνομιούχο τάξη. Και τέλος έχουμε τους δούλους: είναι αυτοί που νικήθηκαν, οι σκλαβωμένοι γεωργοί, οι εργάτες που πρέπει να δουλεύουν τη γη, να κάνουν την σκληρή δουλειά. Η ιστορία παίρνει άλλη τροπή. Στο εξής ο πολιτισμός θα έχει ως κεντρικό θέμα την εκμετάλλευση των πολλών από τους λίγους. Δεν μπορούμε να βρούμε ένα έστω είδος στον πλανήτη στο οποίο να συμβαίνει ενδοειδική εκμετάλλευση, δηλ. στα άτομα του ιδίου είδους. Υπάρχουν π.χ. περιπτώσεις μυρμηγκιών, όπου ένα είδος υποδουλώνει και εκμεταλλεύεται άλλο. Η στρατηγική αυτή θα έθετε σε κίνδυνο την επιβίωση ενός είδους. Σε όλα τα κοινωνικά είδη, η αμοιβαία συνεργασία συνιστά βασικό παράγοντα επιβίωσης. Το πρόβλημα της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο - homo homini lupus - συνιστά μία φυσική διαστροφή, όχι μόνο για τον ανθρώπινο πολιτισμό, αλλά και για την ίδια την αρχή της εξέλιξης της ζωής.

Η δύναμη της πολιτιστικής μνήμης

Για πολλούς αιώνες στην ανατολική Μεσόγειο, στον τότε πολιτισμένο κόσμο, διαδραματίζονταν η βασική σύγκρουση του πολιτισμού και της βαρβαρότητας. Οι διαμάχες αναπόφευκτα επέφεραν τη γενικευμένη στρατικοποίηση. Όλες οι πόλεις λίγο ως πολύ διέθεταν οργανωμένους στρατούς για προστασία από τους επιδρομείς. Οι συγκρούσεις ήταν διαρκείς. Ακόμη και στην γνωστή ιστορία του ελλαδικού χώρου, η συνήθης κατάσταση ήταν ο πόλεμος και όχι η ειρήνη. Υπήρχαν ισχυρές κυρίαρχες πόλεις-κράτη, οι οποίες συνήθως βρισκόταν σε πόλεμο για διάφορους λόγους. Οι πόλεμοι ερήμωναν τη γη και επέτρεπαν μικρές περιόδους ειρήνης και πολιτιστικής ανάπτυξης. Στις πόλεις-κράτη, κατ΄ εξαίρεσιν φωτισμένες προσωπικότητες καλλιεργούν την επιστήμη και την φιλοσοφία. Και τότε, εμφανίστηκε ένα πρόσωπο που έμελλε να αλλάξει τον ρου της ιστορίας.

Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε σε μια πολεμική φυλή επίσης, γυιός ενός Μακεδόνα πολέμαρχου και μιας Ιλλυριής ιέρειας. Κατά την αθηναϊκή αυταρέσκεια, κατά τη γνωστή ρήση, ο «Άρης Μακεδών» διέθετε ρώμη αλλά όχι γνώμη, σαν αυτή του χειμαρρώδους Δημοσθένους. Και όμως, φαίνεται ότι ακόμα και μια πολεμική φυλή στο περιβάλλον του αρχαιοελλαδικού χώρου μπορεί να έχει πολιτιστικές ανησυχίες. Ο πατέρας του, ο οποίος κατά την παράδοση είχε γνωρίσει την μητέρα του στα ιερά της Σαμοθράκης, καλεί τον Αριστοτέλη για να παιδεύσει τον νεαρό και ο Αλέξανδρος αποδεικνύεται ξεφτέρι όχι μόνο στη μάχη αλλά και στα γράμματα. Στα τρία χρόνια της εκπαίδευσης στο ιερό της Μίεζας, ο δάσκαλος αναλύει στους «Εταίρους» την βασική διάκριση μεταξύ του Έλληνος και του Βαρβάρου, δηλ. μεταξύ του πολιτισμένου και του απολίτιστου. Το μόνο σημείο στο οποίο ο φέρελπις νέος διαφωνεί με τον δάσκαλό του είναι η πολιτική άποψη. Διαφωνεί με την άποψη της πόλεως-κράτους, γιατί άλλα έχει στο μυαλό του. Και την ρώμη της γνώμης του έμελλε να την κατακτήσει με το σπαθί του. Αρχίζοντας από τη γειτονιά του, όταν οι Ιλλυριοί τον δέχονται με τιμές ενώ πριν τρία χρόνια τούς είχε κατατροπώσει στη μάχη. Ο ασυγκράτητος ηγέτης του ανίκητου στρατού, αφού πρώτα ξεκαθαρίσει την κατάσταση στον ελλαδικό χώρο, αναλαμβάνει την ηγεσία μιας εκστρατείας που είχε ως ονομαστικό στόχο να ξεκαθαρίσει μια για πάντα τη σφηκοφωλιά των βαρβάρων, που συνιστούσαν μόνιμη απειλή για τον τότε πολιτισμένο κόσμο ορμώμενοι από τις στέπες της κεντρικής Ασίας. Και το πέτυχε σε μεγάλο βαθμό.

Στην ελληνιστική εποχή ο κόσμος πάλλεται στον απόηχο του Αλεξάνδρου, στη σκιά του οράματός του να συνενώσει τους πολιτισμένους λαούς έναντι των απολίτιστων. Υπάρχει μία κοινή συνείδηση, με φορέα του μύθου μια γλώσσα, την ελληνική κοινή. Η Μικρά Ασία συνιστά τη γέφυρα μεταξύ του ανατολικού και του δυτικού κόσμου, Ασίας και Ευρώπης. Στον ρωμαϊκό κόσμο, στο πνεύμα της κληρονομιάς του Αλέξανδρου όπου ένας σχετικά σταθερός κόσμος λειτουργεί υπό τον αποτελεσματικό αυτοκρατορικό έλεγχο και κυριαρχία, ο πολιτισμός περνά μαζικά από τις πηγές του προς τη δύση. Ο όρος «Έλλην» έχει απωλέσει την φυλετική του σημασία, δεν έχει βιολογικό περιεχόμενο, αλλά έχουμε περάσει από έναν «φυλετικό εθνικισμό» στον «πολιτιστικό εθνικισμό». Άλλωστε με τις εκτεταμένες σχέσεις και τις φυσικές επιμιξίες, καμία «φυλή» δεν μπορεί πλέον να αξιώσει την φυλετική γνησιότητα. Ως Έλλην χαρακτηρίζεται αυτός που έχει παιδεία, σε αντιδιαστολή με τον βάρβαρο που δεν έχει παιδεία.

Η βασική διαμάχη του πολιτισμού και της απολιτισιάς έμελλε να μείνει άσβηστη, παίρνοντας βεβαίως διάφορες μορφές κατά τις ιστορικές περιόδους. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, η αυτοκρατορία στηρίζεται σε ένα ισχυρό στρατιωτικό σύστημα που διασφαλίζει τις ακραίες περιοχές σε τρία βασικά μέτωπα: τους νομάδες της αφρικανικής ερήμου (που επέδραμαν στον μεγάλο υποσαχάριο σιτοβολώνα), τους νομάδες της αραβοσημιτικής χερσονήσου (που ήταν κυρίως πειρατές) και τους νομάδες των ανατολικών εσχατιών από τις ασιατικές στέπες.

Η μεταλλαγή των μέσων

Κατά την εποχή που ακολούθησε τη διάλυση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι βυζαντινοί αυτοκράτορες συντηρούν τους Ακρίτες με το καθήκον να φυλούν τα σύνορα, με το αντάλλαγμα της παροχής γης. Αυτό συμβαίνει μέχρι που ο Μιχαήλ Παλαιολόγος τους εγκαταλείπει, οπότε τα μπουλούκια από τις στέπες αρχίζουν πάλι να εισβάλουν από το ανατολικό θέμα Χαλδίας και να λεηλατούν τις πόλεις, έχοντας ως αγαπημένο τους σπορ να χτίζουν πύργους με τα κεφάλια αυτών που κατακτούσαν. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι νομάδες, έχοντας ξεζουμίσει τα βοσκοτόπια και έχοντας ξετινάξει τη φύση, που δύσκολα μπορεί πλέον να τους θρέψει, αναζητούν διέξοδο προς τη θάλασσα είτε για να το ρίξουν στην πειρατεία είτε για να αναμιχθούν απευθείας στο εμπόριο. Διότι η επόμενη κοσμογονία, η εποχή του ενιαίου χρήματος έχει σταδιακά εμφανιστεί.

Με την ανάπτυξη του εμπορίου, δημιουργήθηκε η ανάγκη για ενιαίες ανταλλακτικές αξίες. Το εμπόριο ξέφευγε από τα τοπικά πλαίσια και τα τοπικά νομίσματα των πόλεων-κρατών δεν εξυπηρετούσαν τις «διεθνείς» συναλλαγές. Αυτό είχε ως συνέπεια, ο πλούτος που άρχισε να συσσωρεύεται από τη μεγάλη διακίνηση των αγαθών να «παγκοσμιοποιείται» μέσω της συσσώρευσης χρυσού (και άλλων πολυτίμων μετάλλων). Με την ευστροφία που τους χαρακτήριζε, οι μέχρι πρότινος νομάδες (και όχι μόνο) κατάλαβαν ότι πρέπει να στρέψουν την προσοχή τους στο νέο εργαλείο εξουσίας, τη χρηματική οικονομία. Οι βοσκές και η γη είναι πεπερασμένες, κάποτε τελειώνουν, όμως ο πλούτος είναι μια ευκολότερη μέθοδος εξουσίας, διότι είναι αποδεσμευμένος από το τυχαίο της φύσης και τους κινδύνους της παραγωγής και της διακίνησης.

Αυτός που ελέγχει το χρήμα ελέγχει την παραγωγή και το εμπόριο και την οικονομία σε όλες της τις εκφάνσεις. Η εξουσία των ισχυρών ταγών μετεξελίχθηκε, από άμεση εξουσία του σπαθιού σε εξουσία του πλούτου. Βεβαίως το σπαθί εξακολουθεί πάντα να είναι ακονισμένο και έτοιμο, γιατί οι ευκαιρίες να χρησιμοποιηθεί κάθε άλλο παρά θα λείψουν - άλλωστε πρέπει να διατηρείται η αρχή του φόβου. Οι μέθοδοι και τα μέσα αλλάζουν, όχι ο στόχος. Ο στόχος παραμένει ο ίδιος: η εκμετάλλευση του ανθρώπου. Οι ίδιες αρχές της επιθετικότητας που εφαρμόζονται στο πεδίο της μάχης και στο επακόλουθο πεδίο της δουλείας, βρίσκουν την εφαρμογή τους στους νόμους του χρήματος. Οι διάφορες οικονομικές κρίσεις που έχει ζήσει η ανθρωπότητα μέχρι προσφάτως αυτό ακριβώς αποδεικνύουν. Το «πόλεμος πάντων πατήρ» του φιλοσόφου Ηρακλείτου, που έζησε πριν από 2.500 χρόνια στην Έφεσο της Ιωνίας, εξακολουθεί να ισχύει.

Και η μεταλλαγή του μύθου

Αυτές οι ζυμώσεις και αναταράξεις είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της Κοινωνίας της Εκμετάλλευσης. Μιας νέας υβριδικής κοινωνίας, που παραπαίει ανάμεσα στην ανάμνηση του μύθου της Χρυσής Εποχής και στην σκληρή πραγματικότητα, αναπολώντας με νοσταλγία τον χαμένο παράδεισο. Πράγματι η δύναμη του μύθου είναι ακατανίκητη. Για να ελεγχθούν οι δούλοι, τα κυρίαρχα αρσενικά σκέφτηκαν ότι πρέπει να εξαφανίσουν τον παλιό μύθο, την παλιά πολιτιστική μνήμη - η οποία εν δυνάμει περιείχε την παλιά σοφία - αντικαθιστώντας τον με έναν νέο μύθο που θα εξυπηρετούσε τις νέες κυριαρχικές επιδιώξεις. Έναν μύθο που πρέπει να ταιριάζει στην Κοινωνία της Εκμετάλλευσης. Τότε γεννήθηκε η θρησκεία. Η θρησκεία δεν είναι μύθος - περιέχει και μύθο αλλά δεν είναι μύθος, είναι δόγμα. Για να δούμε το πώς η προπαγάνδα μπορεί να κάνει το άσπρο μαύρο και να ανατρέψει την πραγματικότητα, ας πάρουμε το παράδειγμα της θρησκείας που αναπτύχθηκε σε όλον τον δυτικό κόσμο μετά τη ρωμαϊκή εποχή: τον χριστιανισμό.

Ο νέος μύθος αρχίζει στο βιβλίο της Γένεσης, κάπου στη Μεσοποταμία, όπου η γεωργία άρχισε γύρω στο 8.000 π.Χ. και η ιεραρχία επιβλήθηκε γύρω στο 4.000. Τα πρώτα τρία αλληγορικά κεφάλαια του βιβλίου προήλθαν από τους Βαβυλώνιους και υιοθετήθηκαν από τους Εβραίους κατά την αιχμαλωσία τους εκεί. Η Χρυσή Εποχή αναπαρίσταται μέσω του Κήπου της Εδέμ. Ο Αδάμ και η Εύα συμβολίζουν τον κυνηγό-συλλέκτη και ο κήπος συμβολίζει την αρμονική σχέση του ανθρώπου με τον φυσικό κόσμο. Η εποχή της αθωότητας, τα 200.000 χρόνια της κληρονομιάς μας, χωράνε σε ένα μόνο στίχο (2.25): «ήταν γυμνοί, και δεν ντρέπονταν». Αμέσως στον επόμενο στίχο κάνει την εμφάνισή του ο Όφις. Στους μύθους των πρώτων πολιτισμών, πριν τις ιεραρχικές κοινωνίες, ο Όφις αντιπροσώπευε τον θεό της γονιμότητας. Πέρα από την γνωστή παρομοίωση, ο όφις έρχεται σε επαφή με το χώμα με όλο του το σώμα, είναι το πλάσμα με τη μέγιστη σχέση με τη γη. Ο όφις συμβολίζει την πρωτογενή σχέση με τη Μητέρα-Γη και την γεωργία ως προσπάθεια συμφιλίωσης με αυτή. Η σχέση αυτή είναι κρίσιμη και η Εύα λαμβάνει μια προειδοποίηση. Τα προηγούμενα 4.000 χρόνια του πολιτισμού πάνε στράφι, όταν, στο κεφάλαιο 3, αμέσως μόλις δοκιμάζουν τον καρπό εκδιώκονται από τον κήπο. Εφαρμόζοντας μια από τις κλασικές προπαγανδιστικές τεχνικές, ο κτηνοτρόφος Άβελ εμφανίζεται στο νέο μύθο ως ο καλός της ιστορίας και ο γεωργός Κάιν ο κακός που κάνει την δολοφονία. Οι δυο τους αντιπροσωπεύουν, ως τέκνα του Αδάμ και της Εύας, τις δύο κατευθύνσεις που ακολούθησαν το στάδιο του κυνηγού-συλλέκτη.

Όλες οι κοινωνίες των κυνηγών-συλλεκτών είχαν τους μύθους τους, δουλεμένους από αλλεπάλληλες γενιές σε πολύ μεγάλο βαθμό. Και όμως, έχουμε εδώ 56 στίχους όλους κι όλους, δηλ. τα δύο πρώτα κεφάλαια και μόλις μπαίνουμε στο τρίτο κεφάλαιο μαθαίνουμε πώς εκδιωχθήκαμε. Ο προηγούμενος μυθολογικός πλούτος είναι άφαντος. Ευτυχώς όμως υπάρχουν μαρτυρίες από άλλες πηγές. Ξέρουμε ότι στο πάνθεον των θεών τους υπάρχουν θεότητες θηλυκές και αρσενικές, σε μια ισορροπία, πράγμα που αντικατοπτρίζει βεβαίως την ισορροπία των δυνάμεων του φυσικού κόσμου. Και πάντα υπήρχε και το φίδι (στην ελληνική μυθολογία ήταν ο Ερμής). Στο βιβλίο αυτό, το φίδι συμβολίζει το παλιό πάνθεον. Τώρα, πρέπει να δαιμονοποιηθεί, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τον νέο πανίσχυρο αρσενικό θεό. Ο Γιαχβέ καταριέται το ερπετό και αναλαμβάνει την απόλυτη εξουσία.

Ο μονοθεϊσμός αλλάζει τη σχέση με τη φύση, τη σχέση με το θείο, καθώς και την θεώρηση της ίδιας της φύσης. Ο νέος αφέντης εξουσιάζει και εμάς και την φύση και τα πάντα. Η δυναμική συστημική ισορροπία των φυσικών δυνάμεων ανατρέπεται, η φύση γίνεται κι αυτή ιεραρχική. Ο σεβασμός και η τιμή προς όλους ανεξαιρέτως τους θεούς ("θεός" στα αρχαία κείμενα είναι η θεότητα) αντικαθίσταται από την αυθεντία του ενός και την υποταγή. Και αντί να είμαστε σε ισορροπία με την φύση ως λειτουργικό τμήμα της, πλέον πρέπει να εκτελούμε τη διαταγή «να αυξάνεσθε, να πληθύνεσθε και να γεμίσετε τη γη και να την κυριαρχείτε». Μέσα σε 80 στίχους, τα πρώτα τρία κεφάλαια, ο κόσμος ήρθε ανάποδα. Το ιεραρχικό μοντέλο επιβλήθηκε: ο Γιαχβέ, εμείς, η φύση. Και βεβαίως, για να γίνουν αυτά απαιτείται μια ιεραρχική κοινωνία υπό την αρχηγία του ισχυρού αρσενικού. Από ιστορικής πλευράς, αυτοί οι 80 στίχοι εκ των πραγμάτων κατέχουν το παγκόσμιο ρεκόρ όλων των εποχών της πλέον αποτελεσματικής και καταστροφικής προπαγάνδας.

Ο νέος μύθος έρχεται να μας πει ότι δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στην Εδέμ. Και ότι εμείς φταίμε γι΄ αυτό και κανένας άλλος. Και ότι φταίμε επειδή δεν υποταχθήκαμε στις διαταγές του Γιαχβέ. Μας λέει ότι εμείς φταίμε για το ότι είμαστε δούλοι μέσα σε ιεραρχικές κοινωνίες, οι οποίες μάς επιβλήθηκαν δικαίως. Ο νέος μύθος εξηγεί στους υποδουλωμένους γιατί θα πρέπει να εγκαταλείψουν τον μύθο που είχαν. Τους εξηγεί ότι είναι στη φύση τους να είναι υπόδουλοι. Τους εξηγεί ότι είναι αμαρτωλοί, ότι κάτι δεν πάει καλά με αυτούς, γιατί έφαγαν έναν απαγορευμένο καρπό. Δεν έχουν κανένα επιχείρημα να αμφισβητήσουν την ιεραρχία. Μάλιστα έχουν την ανάγκη της ιεραρχίας, για να μην γίνουν ακόμα χειρότερα. Πρόκειται για έναν εξουσιαστικό μύθο μασκαρεμένο ως μύθο για τη δημιουργία, που έχει σκοπό να μάς απομακρύνει από την πραγματική μας φύση και από τον αληθινό μας προορισμό. Και βεβαίως ο Γιαχβέ στέλνει τον άνθρωπο να δουλεύει τη γη μέρα νύχτα, διότι θέλει τους δούλους να δουλεύουν μέρα νύχτα.

Η λύση του γρίφου

Ήρθε η ώρα, αγαπητέ αναγνώστη, αφού σε «ταλαιπώρησα» με κάποιες παρεκβάσεις, να εξηγήσω τον λόγο τους. Όταν αποφάσιζα το ταξίδι αυτό, είχα κατά νου την καθιερωμένη εικόνα μιας ανατολής λίγο πολύ όπως την «γνωρίζουμε»: ανθρώπινοι πληθυσμοί που ζουν στην ένδεια, εκ των ενόντων, με περιορισμένη εμβέλεια και δυναμική, αποδεχόμενοι τη μοίρα τους, και τα τοιαύτα. Και όμως. Όταν βρέθηκα εκεί, όταν έζησα την καθημερινότητα αυτών των κοινωνιών, δοκίμασα μια τεράστια έκπληξη. Διαπίστωσα ότι όσα ήξερα (ή νόμιζα ότι ήξερα) δεν είχαν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Το μέσον που επέλεξα σαφώς έπαιξε το ρόλο του. Το ποδήλατο είναι το ιδανικό μέσον να προσεγγίσεις τους ανθρώπους. Δεν ήμουν ο τουρίστας που κλείνεται σε ένα κάμπερ για να περάσει καλά (και φτηνά) μέσα στον αποστειρωμένο κόσμο του, αποξενωμένος, που παίρνει την απόλαυση και να αφήνει τα απορρίμματά του. Για αυτούς τους ανθρώπους ήμουν μια αθόρυβη μορφή, εμφανώς ζητούσα την τροφή μου και το νερό μου από αυτούς, ζητούσα να μάθω για αυτούς, για τον τόπο τους, για τις ζωές τους, για όλα τους. Η προφανής απουσία πλούτου ενός περιπλανώμενου ποδηλάτη με έφερνε κοντά τους. Ερχόμουν διαρκώς σε επαφή μαζί τους με όλες εκείνες τις αφορμές που έχουν να κάνουν με τις καθημερινές βασικές πανανθρώπινες ανάγκες που όλοι έχουμε πάντα και παντού. Τις βασικές ανάγκες που συνιστούν την πλέον γνωστή και πανανθρώπινη γλώσσα, τον πλέον αποδεκτό και οικουμενικό κώδικα επικοινωνίας - φαγητό, νερό, ύπνος, τόσο απλά. Η εικόνα του ανατολίτη στην οποία μας έχουν συνηθίσει κατέρρεε σαν χάρτινος πύργος. Έβλεπα ανθρώπους δραστήριους, εργατικούς, έξυπνους, κοινωνικούς, φιλικούς, πρόθυμους να αφήσουν τον πάγκο τους για να με εξυπηρετήσουν με κέφι χωρίς να μου ζητούν χρήματα ή για να μοιραστούν το φαγητό τους μαζί μου, χωρίς κανένα αντάλλαγμα αλλά μόνο για τη χαρά της επικοινωνίας. Κάθε μέρα έβλεπα γύρω μου τόπους νοικοκυρεμένους, και γενικά η γη να είναι παντού καλλιεργημένη και όχι αργή και άνθρωποι να ζουν σε κάθε γωνιά της γης. Μια εικόνα σε πλήρη αντίθεση με τα δικά μας μέρη όπου βασιλεύει τεμπελιά, εγκατάλειψη, όπου κανείς δεν θέλει να δουλεύει και οι τόποι ερημώνουν.

Βίωνα μια κραυγαλέα αντίθεση νοοτροπίας. Ένα βαθύ ερώτημα δημιουργήθηκε μέσα μου, είχα έναν μεγάλο γρίφο να λύσω. Και η κάθε μέρα από όλες τις 68 μέρες του ταξιδιού μου, έκανε τον γρίφο μεγαλύτερο. Γιατί κάθε μέρα ζούσα την αποδοχή, τη φιλία, τη φιλοξενία, από ανθρώπους με φωτεινά πρόσωπα. Περνούσα από πόλεις και χωριά, βουνά και κάμπους και συνεχώς συναντούσα ανθρώπους που χαιρόμουνα να βλέπω τα πρόσωπά τους. Ο γρίφος ήταν βασανιστικός. Γιατί αυτή η διαφορά; Είναι θέμα διαφοράς ανατολής-δύσης, ή μήπως έχει να κάνει με τον συγκεκριμένο χώρο ή χώρα (τον περισσότερο καιρό κινήθηκα στην σημερινή Τουρκία); Αφού λοιπόν επέστρεψα στην πατρίδα, άρχισα ένα καινούργιο ταξίδι, το ταξίδι της έρευνας. Ήθελα να ξεδιαλύνω το μυστήριο και να τακτοποιήσω μέσα μου τις εμπειρίες που είχα ζήσει.

Κάθε κοινωνική δομή έχει ορισμένες «κεντρικές υποθέσεις» ή «κεντρικές αντιλήψεις» που έχουν ως στόχο την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Στις δυτικές κοινωνίες αυτό επιτυγχάνεται εκ των πραγμάτων με την προπαγάνδα. Η προπαγάνδα είναι διαρκής και εκτείνεται σε όλα τα πεδία: εμπόριο (διαφήμιση), ιδεολογία, πολιτική κλπ. Όμως η προπαγάνδα εξ ορισμού είναι προσανατολισμένη προς τον επηρεασμό της δημόσιας γνώμης προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση (ασχέτως με το «άγιον» ή όχι του σκοπού). Συνεπώς η προπαγάνδα εξ ορισμού συνιστά παραποίηση της πραγματικότητας. Όπως έχει δειχθεί από κοινωνιολόγους, η δημόσια γνώμη είναι μία πόρνη που πηγαίνει με αυτόν που δίνει τα περισσότερα: η προπαγάνδα ελέγχεται από αυτούς που δίνουν τα περισσότερα, συνεπώς από αυτούς που έχουν τα περισσότερα. Ποιο είναι αυτοί; Όπως είδαμε, είναι τα απολίτιστα «ισχυρά αρσενικά». Απλά πράγματα. Μπορεί να ανήκουν από βιολογικής πλευράς στο ανθρώπινο είδος, και να βγαίνουν κουστουμαρισμένοι στις οθόνες και να μιλούν γλυκά και έξυπνα, ωστόσο από πολιτιστικής πλευράς έχουν μείνει στο στάδιο του κτήνους. Στο ταξίδι μου δεν ήρθα με επαφή με αυτούς, αλλά με τους πραγματικούς ανθρώπους, με τους αληθινούς ανθρώπους. Τους είδα όπως είναι στην πραγματικότητα και όχι όπως τους παρουσιάζει η προπαγάνδα. Μόνον έτσι μπορούσαν να εξηγηθούν οι εμπειρίες μου. Οπότε έμενε πλέον ένα άλλο ερώτημα να απαντηθεί. Έμενε να εξηγηθεί η διαφορά ανάμεσα στις δύο πραγματικότητες: την δυτική πραγματική ζωή και την ανατολική πραγματική ζωή. Εδώ άρχιζαν τα δύσκολα. Οι ανθρώπινες συμπεριφορές δεν είναι εύκολο να αναλυθούν, διότι σχετίζονται με πολλά δεδομένα. Θα πρέπει να εφαρμοστεί μια κριτική ανάλυση, μήπως μπορέσει κανείς να βάλει κάποια τάξη στο χαοτικό κοινωνικό γίγνεσθαι, ενώ απαιτείται και μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στο αντικειμενικό γεγονός και την άποψη.

Την ημέρα που πλησίαζα στο Αϊβαλί, τις Κυδωνιές στα παράλια της Ιωνίας, είχα μόλις περάσει το Δεκελί και έβλεπα στα αριστερά μου τη σκιά της Λέσβου. Ο δρόμος πήγαινε κοντά στη θάλασσα και έκανα μία στάση σε μια ήσυχη άδεια παραλία. Μερικές χρωματιστές βαρκούλες επέπλεαν ακίνητες σε μια θάλασσα λάδι. Ήταν ένα υπέροχο πρωινό. Έκανα έναν περίπατο δίπλα στο κύμα, πάνω στην άμμο και τα φύκια. Η στιγμή ήταν υπέροχη. Ένας άνθρωπος πλησίαζε αργά, ψάχνοντας τη θάλασσα, περιστασιακά συλλέγοντας κάτι και βάζοντάς το σε μια νάυλον σακούλα που κρατούσε στο άλλο του χέρι. Κάθισα κάτω απολαμβάνοντας τη θάλασσα. Μετά από κάποια ώρα, ο άνθρωπος με πλησίασε. Με καλημέρισε και του ανταπέδωσα τον χαιρετισμό. Παραξενεύτηκε γιατί πρώτη φορά έβλεπε Έλληνα με ποδήλατο. Ο Αμπντουλάχ ήταν γύρω στα 65, συνταξιούχος που είχε δουλέψει στην Αγγλία τουλάχιστον τη μισή του ζωή και είχε πλέον αποσυρθεί στα πάτρια εδάφη. Πάνω στην μικρή κουβέντα μας αυτός ο άνθρωπος, χωρίς να το θέλει, μού έδωσε το κλειδί της κατανόησης του δεύτερου γρίφου που θα με απασχολούσε μετά την επιστροφή μου στην δική μου πατρίδα. Είπε ότι παρόλο που είχε αρκετά χρήματα για να ζήσει στο εξωτερικό σε ένα περιβάλλον όπου υπάρχουν καλύτερες υπηρεσίες και παροχές, προτίμησε να γυρίσει πίσω, γιατί εδώ αισθάνεται ελεύθερος επειδή δεν υπάρχει «exploitation». Η λέξη αυτή στα αγγλικά έχει διπλή σημασία: σημαίνει τόσο την θετική χρήση ενός πόρου (οποιουδήποτε πόρου φυσικού ή κοινωνικού), αλλά μπορεί να σημαίνει επίσης και την αρνητική χρήση, π.χ. την εκμετάλλευση της παιδικής εργασίας ή το σύγχρονο trafficking. Όταν άκουσα τη λέξη από το στόμα του Αμπντουλάχ εκτίμησα την σκέψη του και την άποψή του, ωστόσο όταν αργότερα συνδύαζα γεγονότα και πληροφορίες, η λέξη του ήρθε στο μυαλό μου με ένα νέο φως. Ο άνθρωπος εκείνος, έχοντας ζήσει και την ανατολή και την δύση, κατέληξε σε έναν τέτοιο αφορισμό σε μια στιγμή ειλικρίνειας στις λιγοστές κουβέντες που αντάλλαξε με έναν περαστικό ταξιδιώτη και ο αφορισμός του αποκτούσε ένα καινούργιο ειδικό βάρος.

Θα έπρεπε τώρα να ψάξω να βρω τις αιτίες, τις ρίζες του φαινομένου, τόσο στην ιστορία όσο και στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων. Όμως, ω του θαύματος, όταν μερικές φορές θέτει κανείς σωστά τις ερωτήσεις, οι ίδιες οι ερωτήσεις περιέχουν και τις απαντήσεις τους. Σε όλη τη Μικρασία, παντού τα τηλεοπτικά ταψιά γεμίζουν όλα τα κτίρια. Η προπαγάνδα κάνει και εκεί τη μεγάλη επιδρομή της, απλώς υπάρχει μια χρονική υστέρηση σε σχέση με τη δική μας περίπτωση. Θυμάμαι, στις 30 Ιουλίου, βρισκόμουν στη μέση των ερήμων, στο κέντρο της Ανατολίας, σε ένα βουνό όπου με φιλοξένησαν οι εργάτες ενός ορυχείου και θυμάμαι πώς οι άνθρωποι εκείνοι παρατηρούσαν το τηλεοπτικό κουτί. Το οποίο κουτί είναι ακριβώς το ίδιο, και στις «ειδήσεις» και στα σόου, σε όλες τις χώρες που πέρασα, και στην Ελλάδα και στην Τουρκία και στη Γεωργία. Με τον ίδιο χαρακτήρα, τον ίδιο ακριβώς πασιφανή στόχο: να απασχολεί τους ανθρώπους και να τους απομακρύνει από την πραγματική ζωή. Όμως αυτή την πραγματική ζωή ζητούσα απεγνωσμένα σε αυτό το ταξίδι, την πραγματική ζωή των πραγματικών ανθρώπων. Και την έβρισκα, αλλού λιγότερο και αλλού περισσότερο. Εκεί περισσότερο, λόγω της χρονικής υστέρησης. Αλλού λιγότερο, λόγω της «χρονικής ωρίμανσης». Έπρεπε λοιπόν να ψάξω προς την κατεύθυνση του παρελθόντος. Να γιατί χρειαζόταν η ιστορική αναδρομή.

Από τα μέρη της Ιωνίας πέρασε ένας πολιτισμός και ήταν τέτοια η ανθρωπιά του, ώστε η σφραγίδα του έμεινε ανεξίτηλη. Ένας πολιτισμός, ο οποίος στις καταβολές του υλοποιούσε το «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος». Ήταν ένας πολιτισμός που εξέφραζε έναν υγιή ανθρωποκεντρισμό, που σέβονταν την ανθρώπινη ύπαρξη χωρίς να θυσιάζει και να ισοπεδώνει τον άνθρωπο κάτω από την ιδέα. Η αναμορφωτική δύναμή του ήταν τέτοια, ώστε ακόμα και λαοί απολίτιστων νομάδων της στέππας, ερχόμενοι σε επαφή με αυτόν, κατάφεραν να εξημερωθούν και να φτάσουν μέχρι την σημερινή εποχή έχοντας κάνει μεγάλα βήματα - ιδίως στις δύο περιόδους, μετά τον Αλέξανδρο και κατά τους βυζαντινούς χρόνους και μετέπειτα. Αυτός ήταν ο πολιτισμός των Ιώνων. Όταν ο πολιτισμός ριζώσει σε έναν τόπο, δύσκολα ξεριζώνεται. Καταγράφεται μέσα στη συλλογική μνήμη και γονιμοποιεί την σύμπασα καθημερινότητα. Οι άνθρωποι που συναντούσα ήξεραν στο βάθος από ποιους έμαθαν τον πολιτισμό και αισθάνονταν ευγνωμοσύνη προς έναν Γιουνάν (Ίωνα) που ενδιαφερόταν να μάθει γι΄ αυτούς. Στη συλλογική τους μνήμη δεν ξέχασαν από ποιους έμαθαν την γεωργία. Ιδού μερικές λέξεις της τουρκικής γλώσσας με τις οποίες συνδιαλλασσόμουν καθημερινά: ντομάτες, πατάτες, μπιμπέρ, ροντάκνα, φασούλιε.

Η ιστορία έχει δύο κομμάτια, τα παρελθόντα γεγονότα και την ερμηνεία τους. Το νόημα της ιστορίας είναι η ερμηνεία, βάσει των πληροφοριών που έχουμε για τα γεγονότα. Εάν η ερμηνεία δομείται από την κοινωνία με συλλογικό τρόπο - όπως λόγου χάριν ο μύθος των πρώτων κοινωνιών - μπορούμε να θεωρήσουμε ότι είναι μια ερμηνεία σχετικώς πιστή. Εάν δομείται από κάποιον συγκεκριμένο συγγραφέα ή εκφράζει κάποια συγκεκριμένη ιδεολογία, είναι επόμενο ότι αυτή θα έχει μεροληπτικό χαρακτήρα, δηλ. θα ερμηνεύει την τωρινή πραγματικότητα μάλλον παρά θα πληροφορεί για την παρελθούσα. Η ιστορία που διδάσκονται οι Έλληνες από την θύραθεν παιδεία είναι μία ιστορία που δημιουργήθηκε από το ισχύον ιεραρχικό κοινωνικό σύστημα και επικεντρώνεται στην κλασσική εποχή. Είναι σαφές ότι το ιεραρχικό σύστημα θέλει έναν «εθνικό προσανατολισμό» - ο οποίος δεν μπορεί να είναι κατακριτέος εφόσον το νόημα του «εθνικού» έχει ορισθεί με αποδεκτό τρόπο - ωστόσο, όπως λέει και ο ανατολικός Ηράκλειτος, το θέμα είναι στο πού βγάζει ο δρόμος (ΜΕΜΝΗΣΘΑΙ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΠΙΛΑΝΘΑΝΟΜΕΝΟΥ ΟΥ Η ΟΔΟΣ ΑΓΕΙ). Στην προσπάθεια δημιουργίας ενός ακόμη μύθου, παραγκωνίζεται το πλούσιο ιστορικό παρελθόν που οδήγησε στην εξέλιξη, η προϊστορική και αρχαϊκή εποχή, το οποίο και θα επέτρεπε να αναλυθεί και να κατανοηθεί επαρκώς η συγκεκριμένη πολιτιστική φάση. Διότι υπήρξαν και ιστορικά γεγονότα που δείχνουν ότι τα πράγματα δεν ήταν ρόδινα. Γεγονότα όπως λόγου χάριν ο διάλογος των Αθηναίων με τους Μηλίους, όπως διασώθηκε από τον Θουκυδίδη, ο οποίος είναι αδύνατο να μην σηκώσει την τρίχα του αναγνώστη του εάν αυτός στοιχειωδώς ευδοκιμεί να ανήκει στο ανθρώπινο γένος. Η λεγόμενη κλασσική περίοδος του ελλαδικού χώρου αναφέρεται στην ιεραρχική κοινωνία, μια περίοδο παρακμής όπου μια ξεπεσμένη δημοκρατία βρίσκονταν στα χέρια των ρητόρων και όπου η προπαγάνδα των επιτήδειων ήλεγχε μια κοινωνία που ευημερούσε, απλώς επειδή είχε καταφέρει να βρει τρόπους να τρώει τις σάρκες και να ρουφά το αίμα άλλων. Η μεταλλαγή του αρχαίου μύθου είχε ήδη συντελεστεί. Ο όποιος πολιτιστικός πλούτος προερχόταν από μια μακρινή εποχή, όταν υπήρχε η παιδεία των Μουσών, όχι το αρσενικοκρατούμενο δωδεκάθεο, μια μακρινή μνήμη από την οποία άντλησαν τον πλούτο τους οι μεγάλοι δημιουργοί τραγωδοί και φιλόσοφοι. Πέρα από την φιλοσοφική αξία της πλατωνικής κοσμοθεωρίας - με βάση την παρμενίδεια κληρονομιά -, οι ακαδημαϊκοί στο εξής, ηθελημένοι ή άθελοι υπηρέτες μιας κυριαρχούσας ιδεολογίας, θα θεωρούν καθήκον τους να μην αφήνουν σε χλωρό κλαρί τους ιδεολογικούς τους αντιπάλους, όπως τους κυνικούς, τους σοφιστές, τους Επικούρειους, φτάνοντας μέχρι του σημείου να καίνε τα βιβλία του Δημόκριτου.

Η περιπέτεια του μύθου: η υποκατάσταση και η αποκατάσταση

Στον ανάλογο ιδεολογικό φανατισμό θα επιδοθεί σε μερικούς αιώνες στον «μεταπτωτικό μύθο» η καταστροφικότερη θρησκεία της ανθρώπινης ιστορίας. Χωρίς την επιβολή του χριστιανισμού, η βυζαντινή αυτοκρατορία δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Όπως είδαμε, στο μύθο της Γένεσης υπάρχει μία συστηματική προπαγάνδα που θέλει τον άνθρωπο να πιστεύει ότι είναι ανίκανος. Η χριστιανική θρησκεία βασίστηκε σε ένα διπλό βιβλίο, τη Βίβλο. Η λεγόμενη «παλαιά διαθήκη» ήταν ο μεταπτωτικός μύθος της εβραϊκής φυλής, που ήταν κατά πάσα πιθανότητα ένα παρακλάδι των Σουμερίων, μίας από τις μεταπτωτικές υβριδικές κοινωνίες. Το βιβλίο αναθεωρήθηκε γύρω στο 1300 π.Χ., ώστε να ταιριάξει καλύτερα στην τρέχουσα ιεραρχία. Εξυμνεί μανιωδώς τις αρετές μιας αρσενικής ιεραρχικής κοινωνίας, που έχει ως ειδικότητα τον πόλεμο και τις γενοκτονίες, με κινητήριες δυνάμεις την βία και την πονηρία. Και ένας αρσενικός θεός κυριαρχεί ανελέητα στους πάντες και τα πάντα. Μια μυθική μορφή που εξυπηρετεί δύο σκοπούς. Πρώτα σε κάνει να νιώθεις αδύναμος και ασήμαντος, και δεύτερον να πιστεύεις ότι εάν σφάξεις και κατακτήσεις θα τον έχεις στο δικό σου στρατόπεδο. Το βιβλίο αυτό είναι μια εξαιρετική προπαγάνδα υπέρ της υποταγής, του πολέμου και της κατάκτησης. Κάθε αντίρρηση σε όλα αυτά ονομάζεται βλασφημία, η οποία για πολλούς αιώνες η βλασφημία θα συνιστά το υπέρτατο έγκλημα σε όλο το χριστιανικό κόσμο. Οι ισχυροί έχουν αντιληφθεί ότι ο βασικός αποπροσανατολισμός επιτυγχάνεται με την εκτροπή του μύθου.

Η «καινή διαθήκη» είναι άλλο παράδειγμα προσεκτικά δουλεμένης προπαγάνδας. Η ιστορία ξεκινά με τον Ιησού, ένα πρόσωπο το οποίο, όπως προκύπτει από όσα διαβάσει κανείς γι΄ αυτόν, θεωρούσε ως αποστολή του να αφυπνίζει τους ανθρώπους έναντι της ποικιλοτρόπου καταστολής, με βάση έναν μύθο που δεν διαφέρει επί της ουσίας από την αρχαία παράδοση - εξυμνεί το πνεύμα της αγάπης, της συνεργασίας, της αποδοχής, της προσωπικής ευδαιμονίας και της φυσικής εμπειρίας της θεότητος. Ο «υιός Απόλλωνος» ήταν πράγματι ένα ενδιαφέρον πρόσωπο με μια πράγματι ενδιαφέρουσα διδασκαλία. Γι΄ αυτό εξαιρετικά επικίνδυνος για την ιεραρχία και γρήγορα φρόντισαν να φύγει από τη μέση.

Η νέα διδασκαλία, βασιζόμενη στο πανάρχαιο πολιτιστικό υπόβαθρο, είχε μεγάλη εγγενή δύναμη. Μέσα στον κοσμοχαλασμό της εποχής με τις συνεχείς διαμάχες και υπό την πίεση μιας άτεγκτης ιεραρχίας, η επαναφορά στην αρχαία σοφία με μια φιλοσοφία περί «θεραπείας» που επανέφερε την υγεία θεωρώντας την στο σύνολό της ως αρμονία και στο ατομικό και στο συλλογικό επίπεδο, γνώρισε μεγάλη απήχηση και διάδοση και εξαπλώνονταν διαρκώς. Έναν αιώνα μετά τον θάνατο του Ιησού, η κίνηση είχε ήδη αποκλίνει από την αρχική διδασκαλία του υποτιθέμενου ιδρυτή της, μεταλλασσόμενη σε μια μάλλον πολιτική κίνηση, καθώς ήταν αναμενόμενο να ενσωματώσει στους κόλπους της τις αποσχιστικές τάσεις της εποχής εκείνης και έτσι να ανησυχήσει την αυτοκρατορική εξουσία. Και βεβαίως, επειδή είχε αρχίσει ως πνευματική διδασκαλία, είχε ήδη διαμορφωθεί στους κόλπους της ένα ισχυρό ιερατείο. Η δυναμική αυτής της απόκρυφης κίνησης άρχισε λοιπόν να γίνεται σημαντική. Όμως όπου υπάρχει καπνός εκεί υπάρχει και φωτιά.

Ένα νέο φαινόμενο, αυτό της διπλής εξουσίας - πολιτικής και θρησκευτικής - άρχισε να διαφαίνεται. Καθόλου παράξενο λοιπόν, που έχουμε το 325 την πρώτη οικουμενική σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας. Οι δύο ισχυρές εξουσίες αναζητούν δρόμους προς το αμοιβαίο όφελος. Δύο βασικά ζητήματα συζητήθηκαν εκεί. Το πρώτο, είχε να κάνει με τη λύση της διαμάχης των δύο εξουσιών. Ο χριστιανισμός γίνεται η νέα επίσημη (και αναγκαστική εκ των πραγμάτων) θρησκεία της αυτοκρατορίας, υπό τον πολιτικό μεν (αλλά όχι θρησκευτικό δε) έλεγχο του αυτοκράτορα. Και το δεύτερο, η σύνοδος χρησιμοποιήθηκε ως ευκαιρία να παγιωθεί το θεωρητικό τοπίο της νέα θρησκείας, ώστε να διαμορφωθεί αυτή κατά το δοκούν της ιεραρχίας με την θέσπιση ενός αποκλειστικού τρόπου ερμηνείας για το τι είχε πει εκείνος ο μακρινός Ιησούς, και την αποδοχή μιας συγκεκριμένης «καινής διαθήκης», και της παλιάς Βίβλου βεβαίως. Από την αρχή του ο χριστιανισμός ήταν στενά συνδεδεμένος με την αυτοκρατορία και την ιεραρχία. Για πολλούς αιώνες, μετά την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και μέχρι το 1648 (ειρήνη της Βεστφαλίας) όταν ο εθνικισμός έκανε την εμφάνισή του, η καθολική εκκλησία ήταν η πραγματική άρχουσα τάξη της Ευρώπης. Σε όλους τους ευρωπαϊκούς πολέμους, οι στρατιώτες και των δύο πλευρών δέχονταν την διαβεβαίωση ότι ο θεός είναι με τη δική τους πλευρά.

Και στην ελληνική ιστορία βεβαίως ανάλογα συνέβησαν. Μία ανάγνωση του λόγου του Θοδωρή Κολοκοτρώνη στην Πνύκα δείχνει περίτρανα ποιος πραγματικά καταδυνάστευε το γένος κατά τη λεγόμενη «τουρκοκρατία». Το ιερατείο είχε δομήσει ένα άκρως αποτελεσματικό εξουσιαστικό σύστημα, μέσω του οποίου συσσώρευε γη και πλούτο. Επειδή κάποιος έπρεπε να φταίει για να δεινά του λαού, κατηγορούσαν τους Τούρκους στο λαό ως τους υπαίτιους κατακτητές, χτίζοντας συστηματικά τον μύθο του «κινδύνου του Ισλάμ» και του κακού Τούρκου. Και αμέσως μετά την επανάσταση (το πνεύμα της οποίας η εκκλησία αποκεφαλίζει, περιοριζόμενη στον εθνικό της χαρακτήρα με τη στενή έννοια), στις πρώτες κυβερνήσεις της απελευθερωμένης Ελλάδος οι ιερωμένοι είχαν εξέχουσες θέσεις.

Σε θέματα γνώσης, η εκκλησιαστική ιεραρχία προσέτρεχε στις κλασσικές αριστοτελικές πηγές. Όταν στο σκοτάδι του Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση η επιστημονική κίνηση άρχισε να καλπάζει από το 1600 και μετά, οι αριστοτελικές θεωρίες άρχισαν να κλονίζονται βάσει των νέων ανακαλύψεων. Ένας τρίτος παίκτης μπαίνει στο παιχνίδι του μύθου. Η επιστήμη, βασισμένη στην επιστημονική μέθοδο, τολμά και ξετυλίγει το κουβάρι των θρησκευτικών δογμάτων. Όσο επεκτείνεται το επιστημονικό πεδίο, ιδίως μετά τις ανακαλύψεις του Δαρβίνου και του Μέντελ, ο μύθος της επιστήμης καθίσταται ένας αξιόλογος ανταγωνιστής του μύθου της θρησκείας. Κάποιοι επιστήμονες δημοσίως χαρακτηρίζουν την θρησκεία ως πρόληψη. Όμως ο μύθος της επιστήμης αποτυγχάνει να δώσει απαντήσεις στα καίρια υπαρξιακά θέματα, όπως το νόημα της ζωής και του σύμπαντος. Η θεολογία είναι ο πυρήνας του θρησκευτικού μύθου, που εξακολουθεί να έχει απήχηση σε πολλούς ανθρώπους, εν μέρει λόγω της ανεπάρκειας του μύθου που προσφέρει η επιστήμη και εν μέρει λόγω της άριστα οργανωμένης προπαγάνδας των εκκλησιών. Η θρησκευτική προπαγάνδα αρχίζει από την παιδική ηλικία και συνεχίζει να ασκείται ανελέητα σε όλη τη ζωή του ανθρώπου με όλα τα μέσα και όλες τις μεθόδους και σε όλα τα πεδία, δίνοντας οπωσδήποτε στην εκκλησία τον στέφανο του πρωταθλητή στον τομέα της προπαγάνδας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που δείχνει τη δύναμη της θρησκευτικής προπαγάνδας είναι η αποτυχία του σκληρού σοβιετικού καθεστώτος, παρά τις συστηματικές προσπάθειες, να καταστείλει τη θρησκεία μετά τη ρωσική επανάσταση. Ελλείψει ενός λίγο ως πολύ ενιαίου μύθου που να απηχεί ολόκληρο το ανθρώπινο είδος, η σύγχρονη ανθρώπινη κοινωνία στερείται ενός Μεγάλου Μύθου. Στην πραγματικότητα, αυτή ακριβώς η διάσπαση, αυτός ο διαχωρισμός, τυγχάνει εκμετάλλευσης από την πλευρά των ελίτ ως βασικός μηχανισμός ελέγχου, κατά το δόγμα «διαίρει και βασίλευε». Η συνολική προπαγάνδα του διαχωρισμού και της πόλωσης στηρίζεται σε δύο πράγματα: στον διαχωρισμό βάσει της θρησκείας και στην τηλεόραση - με το πρώτο υποθάλπεται ο φόβος του διαφορετικού, με το δεύτερο η διασκέδαση (σκέδαση, πλάνη, ηδονή του ναρκωτικού).

Τι είναι αυτό που (δεν) μας ενώνει;

Ο πολιτισμός είναι η μόνη διάσταση που μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους στο χώρο και τον χρόνο μέσω ενός κοινού Μύθου. Να δώσει στις κοινωνίες τη δύναμη να αντιμετωπίσουν μαζί τα κοινά προβλήματα. Δύο δρόμοι υπάρχουν, ο πολιτισμός και η βαρβαρότητα. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Είτε θα κατανοήσουμε ο ένας τον άλλο και θα συνεργαστούμε εξελισσόμενοι ως άνθρωποι, είτε θα επιστρέψουμε στο στάδιο του κτήνους. Ένα από τα δύο θα συμβεί. Είτε θα αντιμετωπίσουμε ενωμένοι τα προβλήματα, εξωγενή και εσωγενή, είτε θα καταλήξουμε όπως οι κάτοικοι του Νησιού του Πάσχα, που αφού κατέστρεψαν τον βιότοπό τους στο τέλος εξαφανίστηκαν τρώγοντας ο ένας τον άλλο.

Έλληνας σημαίνει πολιτισμένος. Αυτές οι δύο έννοιες είναι ταυτόσημες. Στην ελληνική γλώσσα υπάρχει η λέξη «ανθρωπιά», που είναι δύσκολο να μεταφραστεί. Ο σύγχρονος κόσμος παραπαίει από τη μια κρίση στην άλλη, αλλά η ρίζα όλων των κρίσεων είναι η πολιτιστική κρίση. Οι απανταχού Έλληνες, όσοι θέλουμε να λεγόμαστε πολιτισμένοι, καλούμαστε να προσπαθήσουμε, να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να επαναφέρουμε τον Πολιτισμό εκεί που είναι η θέση του - μέσα στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, μέσα στην καρδιά του Ανθρώπου. Με την εκρηκτική αύξηση των επικοινωνιών και των παγκόσμιων σχέσεων, θα περίμενε κανείς ότι ο κόσμος μας θα εξελιχθεί προς το καλύτερο. Η δεύτερη Χρυσή Εποχή μάς περιμένει. Για πόσο;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου