Χρόνος: 06:33, απόσταση: 90 χλμ., συνολική ανάβαση: 953μ., ελάχιστο υψόμ.: 762μ., μέγιστο υψόμ.: 1173μ.
Η μέρα αρχίζει με μια πρωινή αναβασούλα, στο δρόμο προς την Σπάρτη. Το πρώτο "αξιοθέατο" για σήμερα είναι ένας χώρος, σαν εκείνους που συναντά κανείς σε όλες τις χώρες δυστυχώς, όπου υπάρχει εκείνο το είδος ανθρώπου που ξέρει τρία πράγματα να κάνει, να ουρλιάζει να τρέχει και να πυροβολεί. Ένα στρατόπεδο πάνω από το Egirdir. Πάνω στο βουνό, κατά τη συνήθεια, είναι γραμμένο ένα τεράστιο σύνθημα, τρεις τεράστιες λέξεις με άσπρη μπογιά ορατές από όλη την περιοχή. Καθώς ανεβαίνω στην ανηφόρα σιγά, δύο στρατιώτες φρουροί μέσα από το συρματόπλεγμα με παρατηρούν. Έχουν μια στάση "τσαμπουκά", μισάνοιχτα πόδια, ακίνητοι, με το όπλο ανά χείρας σε κράτημα εμπλοκής και το δάχτυλο στη σκανδάλη - τι στάση! Το στρατόπεδο είναι μεγάλο, ατελείωτο και αυτή βεβαίως είναι η μονάδα ειδικών δυνάμεων που είχε εμπλακεί στην εισβολή στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974. Έχω την αίσθηση ότι το καλύτερο που θα είχε να κάνει ένας Έλληνας είναι να προσπεράσει αδιάφορα.
Αφήνω πίσω μου την Λυκαονία και εισέρχομαι στην Πισιδία. Σε έναν δρόμο ανεκδιήγητο -όπως μονίμως- κατευθύνομαι προς την Σπάρτη. Ο δρόμος έχει προσφάτως στρωθεί, με χοντρό χαλίκι και ελάχιστη πίσσα, το οποίο δεν έχει πατηθεί καλά. Κάθε όχημα που περνά από το δρόμο εκτοξεύει χαλίκια (ιδού ένας ακόμη λόγος να φοράς γυαλιά). Όταν κάποιο όχημα έρχεται στη δική μου κατεύθυνση, πρέπει να βγω στην άκρη του δρόμου, όπου το χαλίκι έχει συσσωρευτεί εντελώς χαλαρό και πρέπει να ισορροπώ με προσοχή χωρίς απότομες κινήσεις του τιμονιού. Οι ρόδες του ποδηλάτου βυθίζονται στο χαλίκι και κάνουν το χαρακτηριστικό θόρυβο του λάστιχου που κόβει πέτρες.
Η οικονομία στην περιοχή της Σπάρτης παραδοσιακώς βασίζεται στην παραγωγή ροδόνερου και την ταπητουργία. Στα τέλη του 19ου αιώνα μετοικούν στην πόλη πρόσφυγες μουσουλμάνοι από τα Βαλκάνια, ανάμεσά τους και Βούλγαροι που φέρνουν μαζί τους την γνώση της παραγωγής του ροδόνερου. Επειδή στα τούρκικα δεν υπάρχουν ονομασίες που αρχίζουν σπό "σπ", στην ονομασία αυτής της πόλης προστίθεται το φωνητικό άρθρο "ι" και η Σπάρτη γίνεται Ισπάρτα.
- Σημεία από το παρελθόν. Μέσα στο κέντρο της σημερινής Isparta, ένα 'ταχυφαγείον' με εμφανώς ελληνική ονομασία.
Η Isparta είναι μια μάλλον τυπική τουρκική πόλη μέσου μεγέθους. Ένας ακόμα "ανατολικός τίγρης", ένας κορεσμένος αστικός χώρος που δεν παρουσιάζει κάτι το ιδιαίτερο. Δύο πράγματα θυμάμαι από αυτή την πόλη, καθώς κυλώ στο δρόμο προς το νότο, προς την Αττάλεια. Το ένα είναι η οικειότητα με την οποία με αντιμετώπισαν στο ίντερνετ-καφέ, όπου όχι μόνο με εξυπηρέτησαν όσο μπορούσαν, αλλά δεν μού πήραν χρήματα στο τέλος. Μόλις τους είπα ότι είμαι Έλληνας, μού έδειξαν στο απέναντι μαγαζί την πινακίδα που έγραφε "despina", αλλά δυστυχώς δεν ήξεραν αγγλικά και δεν κατάλαβα τι ήθελαν να πουν. Ίσως κάποια Δέσποινα έγραψε ιστορία στην Σπάρτη της Πισιδίας. Το δεύτερο που θυμάμαι, είναι το εξαιρετικό ψωμί που επιτέλους βρήκα μετά από καιρό.
- Το ψωμί που πήρα από τη Σπάρτη είναι εξαιρετικό. Πολύ καιρό είχα να φάω τέτοιο υπέροχο ψωμί! Συνδυάζεται θαυμάσια με ντόπιο γιαούρτι (καϊμακλί γιογούρτ) και φρέσκο πράσινο μήλο.
- Η βοσκοπούλα του μεσημεριού. Με το πλεκτό στο χέρι, προσέχει τα λίγα γίδια από τα διερχόμενα αυτοκίνητα.
- Ένα διώροφο σπίτι φτιαγμένο μόνο με ξύλο.
- Αλλαγή τοπίου. Το τοπίο είναι σαφέστατα μεσογειακό. Ζέστη, πευκοδάση, και άπειρα τζιτζίκια που ροκανίζουν το μεσημέρι. Η Μεσόγειος απέχει λιγότερο από 100 χιλιόμετρα προς το νότο.
- Ο καθημερινός βοηθός του ανθρώπου, ο γάιδαρος, δικαιούται να πιει νερό από τη βρύση του τζαμιού.
Μέσα από μια διαδρομή σε βουνά με πράσινα πευκοδάση, το απόγευμα θα βρεθώ στην Aglasun, την κωμόπολη που φέρει την παραφθαρμένη ονομασία της αρχαίας Σαγαλασσού. Προσπερνώ την πινακίδα για τον αρχαιολογικό χώρο και το τελευταίο μου καθήκον για σήμερα είναι η εύρεση μέρους για διανυκτέρευση.
Βρίσκομαι σε έναν αγροτικό χώρο πολύ ήσυχο, έναν καταπράσινο κάμπο ανάμεσα στα βουνά με κτήματα, φρούτα, συμπαθητικά σπίτια, νερά, έναν πραγματικό παράδεισο. Βρίσκω κάτι νόστιμα κορόμηλα, κίτρινα και κόκκινα. Απολαμβάνοντας το απόγευμα, χωρίς να το καταλάβω φτάνω σε λίγο στο γειτονικό Γεσίλμπάσκϊοι, που στα τουρκικά θα πει "Πράσινο Κεφαλοχώρι". Σταματώ κάπου και ρωτώ μήπως υπάρχει τυρί.
Μερικοί άντρες κάθονται σε ένα τραπέζι. Και η κουβέντα αρχίζει. Το μαγαζάκι το έχει ένας νέος άντρας, με τον οποίο η παρέα θα καταλήξει μπροστά στον υπολογιστή του, ψάχνοντας τον αρχαιολογικό χώρο της Σαγαλασσού στο διαδίκτυο. Σε λίγο έρχεται ο Χουσεγίν, ένας ψηλός άντρας με γυαλιά, εμφανώς μορφωμένος, που ξέρει καλά αγγλικά. Θα μάθω πολλά για τον τόπο και για την Σαγαλασσό. Για πρώτη φορά με κερνούν ένα τσάι, που δεν είναι βεβαίως το κόκκινο τσάι που πίνει όλη η χώρα. Δεν είναι άλλο από το τσάι του βουνού που υπάρχει και στα ελληνικά βουνά, ιδίως στην Πίνδο - ίδιο φυτό, ίδιο άρωμα, ίδια γεύση.
Με φόντο τα κεράσματα, θα μάθω ότι ο Χουσεγίν είναι καθηγητής μαθηματικός, όπως επίσης και ότι είναι παρεμπιπτόντως ο δήμαρχος. Εδώ ζουν από μια αγροτική οικονομία, κατά την οποία παράγουν προϊόντα που διαθέτουν στο εξωτερικό και τα οποία έρχονται και αγοράζουν απευθείας τοις μετρητοίς οι ευρωπαϊκές εταιρείες. Παράγουν μια εξαιρετική ποικιλία κερασιού, ροδόνερο, ψάρια που εκτρέφουν με τα άφθονα νερά από το βουνό, λουλούδια. Πρόκειται για ανθρώπους πανέξυπνους, με καταπληκτικό χιούμορ, που κάνουν μια απίστευτη παρέα.
- Ο εύφορος κάμπος του Yesilbaskoy. Το 'Πράσινο Κεφαλοχώρι', ένα χωριό 2.500 κατοίκων στα 1200 μ. πάνω από τη θάλασσα, με μια αυτάρκη αγροτική οικονομία.
Η ώρα περνά χωρίς να το καταλάβεις. Όταν σουρουπώσει, όλοι θα θέλουν να μού προσφέρουν φιλοξενία. Μπορώ να κοιμηθώ κυριολεκτικά όπου θέλω. Θα επιλέξω να κοιμηθώ κοντά στο βενζινάδικο, σε ένα καλό σημείο, όπου ο Χουσεγίν προσφέρεται να με οδηγήσει, για να με ξεναγήσει κιόλας στον παλιό νερόμυλο. Ο μύλος έχει μια ιστορία πίσω του και στο παρελθόν, όπως στα δύσκολα χρόνια του πολέμου, συνέβαλε στην επιβίωση των κατοίκων μέσα στην πείνα. Ο Χουσεγίν βρίσκει τον ιδιοκτήτη, ο οποίος και θα ανοίξει τον μύλο, για να με ξεναγήσει στο χώρο και να μου εξηγήσει τη λειτουργία των εργαλείων.
- Ο νερόμυλος, όπως ακριβώς ήταν εδώ και πολλές δεκαετίες, εξακολουθεί να καλύπτει τις ανάγκες του χωριού. Με δύο θέσεις, μία για το στάρι και μία για το καλαμπόκι.
- Αποστακτήρας ροδελαίου. Στο χωριό παράγεται ροδέλαιο εξαιρετικής ποιότητας. Τη σχετική παραδοσιακή τεχνολογία την έφεραν εδώ έποικοι από τη Βουλγαρία αιώνες παλιά.
Η μέρα αρχίζει με μια πρωινή αναβασούλα, στο δρόμο προς την Σπάρτη. Το πρώτο "αξιοθέατο" για σήμερα είναι ένας χώρος, σαν εκείνους που συναντά κανείς σε όλες τις χώρες δυστυχώς, όπου υπάρχει εκείνο το είδος ανθρώπου που ξέρει τρία πράγματα να κάνει, να ουρλιάζει να τρέχει και να πυροβολεί. Ένα στρατόπεδο πάνω από το Egirdir. Πάνω στο βουνό, κατά τη συνήθεια, είναι γραμμένο ένα τεράστιο σύνθημα, τρεις τεράστιες λέξεις με άσπρη μπογιά ορατές από όλη την περιοχή. Καθώς ανεβαίνω στην ανηφόρα σιγά, δύο στρατιώτες φρουροί μέσα από το συρματόπλεγμα με παρατηρούν. Έχουν μια στάση "τσαμπουκά", μισάνοιχτα πόδια, ακίνητοι, με το όπλο ανά χείρας σε κράτημα εμπλοκής και το δάχτυλο στη σκανδάλη - τι στάση! Το στρατόπεδο είναι μεγάλο, ατελείωτο και αυτή βεβαίως είναι η μονάδα ειδικών δυνάμεων που είχε εμπλακεί στην εισβολή στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974. Έχω την αίσθηση ότι το καλύτερο που θα είχε να κάνει ένας Έλληνας είναι να προσπεράσει αδιάφορα.
Αφήνω πίσω μου την Λυκαονία και εισέρχομαι στην Πισιδία. Σε έναν δρόμο ανεκδιήγητο -όπως μονίμως- κατευθύνομαι προς την Σπάρτη. Ο δρόμος έχει προσφάτως στρωθεί, με χοντρό χαλίκι και ελάχιστη πίσσα, το οποίο δεν έχει πατηθεί καλά. Κάθε όχημα που περνά από το δρόμο εκτοξεύει χαλίκια (ιδού ένας ακόμη λόγος να φοράς γυαλιά). Όταν κάποιο όχημα έρχεται στη δική μου κατεύθυνση, πρέπει να βγω στην άκρη του δρόμου, όπου το χαλίκι έχει συσσωρευτεί εντελώς χαλαρό και πρέπει να ισορροπώ με προσοχή χωρίς απότομες κινήσεις του τιμονιού. Οι ρόδες του ποδηλάτου βυθίζονται στο χαλίκι και κάνουν το χαρακτηριστικό θόρυβο του λάστιχου που κόβει πέτρες.
Η οικονομία στην περιοχή της Σπάρτης παραδοσιακώς βασίζεται στην παραγωγή ροδόνερου και την ταπητουργία. Στα τέλη του 19ου αιώνα μετοικούν στην πόλη πρόσφυγες μουσουλμάνοι από τα Βαλκάνια, ανάμεσά τους και Βούλγαροι που φέρνουν μαζί τους την γνώση της παραγωγής του ροδόνερου. Επειδή στα τούρκικα δεν υπάρχουν ονομασίες που αρχίζουν σπό "σπ", στην ονομασία αυτής της πόλης προστίθεται το φωνητικό άρθρο "ι" και η Σπάρτη γίνεται Ισπάρτα.
- Σημεία από το παρελθόν. Μέσα στο κέντρο της σημερινής Isparta, ένα 'ταχυφαγείον' με εμφανώς ελληνική ονομασία.
Η Isparta είναι μια μάλλον τυπική τουρκική πόλη μέσου μεγέθους. Ένας ακόμα "ανατολικός τίγρης", ένας κορεσμένος αστικός χώρος που δεν παρουσιάζει κάτι το ιδιαίτερο. Δύο πράγματα θυμάμαι από αυτή την πόλη, καθώς κυλώ στο δρόμο προς το νότο, προς την Αττάλεια. Το ένα είναι η οικειότητα με την οποία με αντιμετώπισαν στο ίντερνετ-καφέ, όπου όχι μόνο με εξυπηρέτησαν όσο μπορούσαν, αλλά δεν μού πήραν χρήματα στο τέλος. Μόλις τους είπα ότι είμαι Έλληνας, μού έδειξαν στο απέναντι μαγαζί την πινακίδα που έγραφε "despina", αλλά δυστυχώς δεν ήξεραν αγγλικά και δεν κατάλαβα τι ήθελαν να πουν. Ίσως κάποια Δέσποινα έγραψε ιστορία στην Σπάρτη της Πισιδίας. Το δεύτερο που θυμάμαι, είναι το εξαιρετικό ψωμί που επιτέλους βρήκα μετά από καιρό.
- Το ψωμί που πήρα από τη Σπάρτη είναι εξαιρετικό. Πολύ καιρό είχα να φάω τέτοιο υπέροχο ψωμί! Συνδυάζεται θαυμάσια με ντόπιο γιαούρτι (καϊμακλί γιογούρτ) και φρέσκο πράσινο μήλο.
- Η βοσκοπούλα του μεσημεριού. Με το πλεκτό στο χέρι, προσέχει τα λίγα γίδια από τα διερχόμενα αυτοκίνητα.
- Ένα διώροφο σπίτι φτιαγμένο μόνο με ξύλο.
- Αλλαγή τοπίου. Το τοπίο είναι σαφέστατα μεσογειακό. Ζέστη, πευκοδάση, και άπειρα τζιτζίκια που ροκανίζουν το μεσημέρι. Η Μεσόγειος απέχει λιγότερο από 100 χιλιόμετρα προς το νότο.
- Ο καθημερινός βοηθός του ανθρώπου, ο γάιδαρος, δικαιούται να πιει νερό από τη βρύση του τζαμιού.
Μέσα από μια διαδρομή σε βουνά με πράσινα πευκοδάση, το απόγευμα θα βρεθώ στην Aglasun, την κωμόπολη που φέρει την παραφθαρμένη ονομασία της αρχαίας Σαγαλασσού. Προσπερνώ την πινακίδα για τον αρχαιολογικό χώρο και το τελευταίο μου καθήκον για σήμερα είναι η εύρεση μέρους για διανυκτέρευση.
Βρίσκομαι σε έναν αγροτικό χώρο πολύ ήσυχο, έναν καταπράσινο κάμπο ανάμεσα στα βουνά με κτήματα, φρούτα, συμπαθητικά σπίτια, νερά, έναν πραγματικό παράδεισο. Βρίσκω κάτι νόστιμα κορόμηλα, κίτρινα και κόκκινα. Απολαμβάνοντας το απόγευμα, χωρίς να το καταλάβω φτάνω σε λίγο στο γειτονικό Γεσίλμπάσκϊοι, που στα τουρκικά θα πει "Πράσινο Κεφαλοχώρι". Σταματώ κάπου και ρωτώ μήπως υπάρχει τυρί.
Μερικοί άντρες κάθονται σε ένα τραπέζι. Και η κουβέντα αρχίζει. Το μαγαζάκι το έχει ένας νέος άντρας, με τον οποίο η παρέα θα καταλήξει μπροστά στον υπολογιστή του, ψάχνοντας τον αρχαιολογικό χώρο της Σαγαλασσού στο διαδίκτυο. Σε λίγο έρχεται ο Χουσεγίν, ένας ψηλός άντρας με γυαλιά, εμφανώς μορφωμένος, που ξέρει καλά αγγλικά. Θα μάθω πολλά για τον τόπο και για την Σαγαλασσό. Για πρώτη φορά με κερνούν ένα τσάι, που δεν είναι βεβαίως το κόκκινο τσάι που πίνει όλη η χώρα. Δεν είναι άλλο από το τσάι του βουνού που υπάρχει και στα ελληνικά βουνά, ιδίως στην Πίνδο - ίδιο φυτό, ίδιο άρωμα, ίδια γεύση.
Με φόντο τα κεράσματα, θα μάθω ότι ο Χουσεγίν είναι καθηγητής μαθηματικός, όπως επίσης και ότι είναι παρεμπιπτόντως ο δήμαρχος. Εδώ ζουν από μια αγροτική οικονομία, κατά την οποία παράγουν προϊόντα που διαθέτουν στο εξωτερικό και τα οποία έρχονται και αγοράζουν απευθείας τοις μετρητοίς οι ευρωπαϊκές εταιρείες. Παράγουν μια εξαιρετική ποικιλία κερασιού, ροδόνερο, ψάρια που εκτρέφουν με τα άφθονα νερά από το βουνό, λουλούδια. Πρόκειται για ανθρώπους πανέξυπνους, με καταπληκτικό χιούμορ, που κάνουν μια απίστευτη παρέα.
- Ο εύφορος κάμπος του Yesilbaskoy. Το 'Πράσινο Κεφαλοχώρι', ένα χωριό 2.500 κατοίκων στα 1200 μ. πάνω από τη θάλασσα, με μια αυτάρκη αγροτική οικονομία.
Η ώρα περνά χωρίς να το καταλάβεις. Όταν σουρουπώσει, όλοι θα θέλουν να μού προσφέρουν φιλοξενία. Μπορώ να κοιμηθώ κυριολεκτικά όπου θέλω. Θα επιλέξω να κοιμηθώ κοντά στο βενζινάδικο, σε ένα καλό σημείο, όπου ο Χουσεγίν προσφέρεται να με οδηγήσει, για να με ξεναγήσει κιόλας στον παλιό νερόμυλο. Ο μύλος έχει μια ιστορία πίσω του και στο παρελθόν, όπως στα δύσκολα χρόνια του πολέμου, συνέβαλε στην επιβίωση των κατοίκων μέσα στην πείνα. Ο Χουσεγίν βρίσκει τον ιδιοκτήτη, ο οποίος και θα ανοίξει τον μύλο, για να με ξεναγήσει στο χώρο και να μου εξηγήσει τη λειτουργία των εργαλείων.
- Ο νερόμυλος, όπως ακριβώς ήταν εδώ και πολλές δεκαετίες, εξακολουθεί να καλύπτει τις ανάγκες του χωριού. Με δύο θέσεις, μία για το στάρι και μία για το καλαμπόκι.
- Αποστακτήρας ροδελαίου. Στο χωριό παράγεται ροδέλαιο εξαιρετικής ποιότητας. Τη σχετική παραδοσιακή τεχνολογία την έφεραν εδώ έποικοι από τη Βουλγαρία αιώνες παλιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου