Χρόνος: 05:50, απόσταση: 69 χλμ., συνολική ανάβαση: 1469μ., ελάχιστο υψόμ.: 0μ., μέγιστο υψόμ.: 503μ.
Χθες Κυριακή έγινε η τελευταία τελετή, η υποδοχή της Αργούς στο λιμάνι του Πότι, στην καρδιά της αρχαίας Κολχίδας. Η αποστολή θα μείνει λίγες μέρες ακόμη, με ξεναγήσεις στην Κολχίδα. Όσο για μένα, δεν έχω λόγο να μείνω εδώ περισσότερο, καθώς εκπλήρωσα την μισή αποστολή μου, αυτήν της άφιξης στην Κολχίδα. Τώρα με περιμένει η άλλη μισή. Έχω ένα λόγο να αναχωρήσω για το ταξίδι της επιστροφής μου, γιατί το σχέδιό μου περιλαμβάνει και ένα συνολικότερο επίτευγμα, να καταφέρω να κάνω το συνολικό ταξίδι των 6.000 χιλιομέτρων σε 2,5 μήνες.
Μετά λοιπόν από τέσσερις ημέρες ξεκούρασης και μιας καλής ανασυγκρότησης, το πρωί αυτής της Δευτέρας ήρθε η στιγμή της αναχώρησής μου. Μού πρότειναν να επιστρέψω με το αεροπλάνο, χωρίς κανένα κόστος φυσικά, μαζί με την υπόλοιπη αποστολή, με πτήση που προσφέρουν οι Γεωργιανοί. Επίσης είχα μια δεύτερη ενδιαφέρουσα προσφορά, να επιστρέψω με το πλοίο που θα μεταφέρει την Αργώ. Και πραγματικά θα ήταν ένα υπέροχο ταξίδι αυτό! Μια κρουαζιέρα τεσσάρων ημερών μέχρι την Ιωλκό, στη Μαύρη Θάλασσα, τα Δαρδανέλλια, το Αιγαίο και τον Παγασητικό. Κι όμως, την απόφασή μου την έχω ήδη πάρει προ πολλού, αγαπητοί μου φίλοι. Αποχαιρετώ τους συμπατριώτες μου και με τις ευχές τους για καλό ταξίδι, αν όλα πάνε καλά θα τα ξαναπούμε στο τέλος Αυγούστου στην πατρίδα!
Ο άμεσος στόχος για σήμερα είναι να περάσω τα σύνορα το συντομότερο. Περνώντας μέσα από το Μπατούμ μόνο, τολμώ μια στάση σε ένα ανταλλακτήριο που βρίσκεται στο πεζοδρόμιο, και χωρίς να χάσω από τα μάτια το ποδήλατό μου που βρίσκεται στα τρία μέτρα από εμένα ούτε δευτερόλεπτο (και ενώ ήδη δύο τύποι το κοιτάνε από απόσταση διαρκώς), ανταλλάσσω μερικά λάρι που μού περίσσεψαν σε τούρκικες λίρες. Καλύπτω γρήγορα τα 50 περίπου χιλιόμετρα μέχρι τα σύνορα, και πριν το μεσημέρι ήδη νιώθω ευτυχής που η έξοδός μου από τη χώρα ήταν πιο ανώδυνη από την είσοδό μου σε αυτή. Σε λίγο στο Κεμάλπασά, ένα χωριουδάκι κοντά στα σύνορα, βρίσκω ένα ίντερνετ-καφέ, όπου το πρώτο πράγμα που θέλω να δω είναι ο καιρός.
Δυστυχέστατα, ο καιρός δεν με βοηθά καθόλου. Εδώ και μέρες, ένα προδοτικό βαρομετρικό χαμηλό έχει κολλήσει στην ανατολική Μαύρη Θάλασσα και τα κάνει Γης Μαδιάμ. Πλημμύρες στην Τουρκία, με μεγάλες καταστροφές, όπως δείχνουν οι τηλεοράσεις. Οι βροχές και οι καταιγίδες θα συνεχιστούν. Αχ τι άτυχος που είμαι... Σχεδίαζα στην επιστροφή να περάσω από την Τραπεζούντα, τα βουνά του Όφι, τα παρχάρια της Τσάικαρα, το Ουζούνγκιολ, την Ματσούκα και την Σουμελά και μέσω Αργυρούπολης και Παϊπούρτης να πέσω στην κεντρική ανατολική πεδιάδα. Όμως το χαμηλό έχει σταθεροποιηθεί στην περιοχή και δεν λέει να φύγει τις επόμενες μέρες. Στα ψηλά εκείνα βουνά, σε υψόμετρα πάνω από τα 2000 μέτρα, ο δύσκολος καιρός θα κάνει τη ζωή μου πολύ δύσκολη. Άφησε που μόνο λόγω της ομίχλης δεν θα βλέπω σχεδόν τίποτα. Δεν μπορώ να προσδοκώ σε κάτι που δεν είναι καθόλου σίγουρο, ούτε χρόνος για χάσιμο υπάρχει άφθονος, οπότε ο Αργοναύτης αλλάζει ρότα. Η απόφαση είναι δύσκολη, γιατί έτσι χάνω και την Τραπεζούντα, αλλά δεν μπορώ να ρισκάρω την επιβίωσή μου. Κρίνω σοφότερο να ακολουθήσω τη διαδρομή προς Ερζερούμ, όπου θα έχω ένα ψηλό πέρασμα στα 2300 και στο οποίο θα βρεθώ σε 5-6 ημέρες από σήμερα, όταν ο καιρός είναι πιθανότερο ότι θα έχει καταλαγιάσει.
Το ιντερνέτ-καφέ το έχουν δυο πιτσιρικάδες, που κάνουν ό,τι μπορούν να με εξυπηρετήσουν, ενώ στην τζαμαρία υπάρχει η γνωστή τεμπέλα "πωλείται". Όταν τελειώνω τις δουλειές μου στον υπολογιστή μου και ετοιμάζομαι να αναχωρήσω, αρνούνται να δεχτούν χρήματα. Γιατί είμαι Έλληνας! Λίγο παρακάτω σε ένα μαγαζί βρίσκω ωραίο φτηνό γιαούρτι και ψωμί. Νιώθω εντυπωσιακή την αλλαγή από τη μια χώρα στην άλλη, λες και πέρασα σε έναν παράδεισο.
Περνώντας από τη Χόπα, αποδύομαι σε μερικά ψώνια, προμήθειες για τις επόμενες μέρες στις ερημιές. Σε ένα μαγαζάκι βρίσκω πεντανόστιμους ξηρούς καρπούς. Ένα μαγαζί γεμάτο με παράξενα ανατολίτικα φυσικά γλυκίσματα, σύκα καΐσια χουρμάδες και δε συμμαζεύεται, που θα ήλεθα να το σηκώσω ολόκληρο!
Μπαίνω σε μια τράπεζα να αλλάξω χρήματα, όπου δυο κοπέλες αφήνουν τη σειρά τους για να με οδηγήσουν σε ένα ανταλλακτήριο όπου έχει καλύτερη τιμή! Στο κέντρο της μικρής πόλης παρακάμπτω μία διαδήλωση, με κόσμο που φωνάζει, πανώ, αστυνομικούς κλπ. Παίρνω τον ανηφορικό δρόμο προς το νότο. Αποχαιρετώ την μοναδική πόλη όπου στο ταξίδι μου κινδύνεψα από άνθρωπο. Αρχίζει ένα εξαιρετικό κομμάτι του ταξιδιού μου - μια διαδρομή στον καθεαυτό Πόντο, τα ποντιακά βουνά τα βουτηγμένα στην ομίχλη και τη βροχή.
- Στην καρδιά του Πόντου. Απέραντα βουνά και δάση, χωριουδάκια, τσάι, αγελάδες. Και συννεφιά και ομίχλη, που δίνει στο τόπο έναν τροπικό χαρακτήρα.
Στην περιοχή των βουνών της νοτιοανατολικής Μαύρης Θάλασσας παράγεται ένα μέλι με μοναδικές ιδιότητες. Στην περιοχή υπάρχει ένα "τρελόχορτο" - ένα είδος ροδόδενδρου ή αζαλέας - και όταν κάποιος καταναλώσει μέλι το οποίο παρήγαγαν μέλισσες που συνέλεξαν νέκταρ από το φυτό αυτό, λένε ότι "τρελαίνεται". Κατά τις επίσημες αναφορές, το μέλι περιέχει την ουσία δρομεδοτοξίνη, η οποία προκαλεί διάφορα συμπτώματα όπως πτώση πίεσης και καρδιακού ρυθμού, εμέτους, ζάλη, λιποθυμία. Κατά παράδοση, πολλοί παίρνουν το "τρελό μέλι" ως αφροδισιακό - αλλά συχνά, κατόπιν "υπερβολικής λήψεως", αντί να βελτιώσουν τις σεξουαλικές τους επιδόσεις... καταλήγουν στα επείγοντα περιστατικά στα νοσοκομεία. Επίσης λαμβάνεται και ως εναλλακτικό φάρμακο, για γαστρεντερικά και διάφορα άλλα προβλήματα υγείας. Ο Ξενοφών στην Κάθοδο των Μυρίων ανέφερε, ότι όταν οι Μύριοι το 400 π.Χ. μετά τη διάβαση της Ζύγανας βρέθηκαν στη χώρα των Μακρώνων και των Κόλχων, στρατοπέδευαν σε ορεινά χωριά όπου υπήρχαν πολλά σμήνη μελισσών και όσοι στρατιώτες έτρωγαν από τις κυρήθρες δεν μπορούσαν να σταθούν όρθιοι, έπεφταν κάτω, έκαναν εμετό, έδιναν την εντύπωση νεκρών και έχαναν τα λογικά τους. Ο Στράβων το αποκαλούσε "μαινόμενον μέλι" και οι Πόντιοι "παλαλό" (παλαβό).
Στην σημερινή βορειοανατολική Τουρκία ασκείται μια μορφή παραδοσιακής μελισσοκομίας με κυψέλες φτιαγμένες από κορμούς φιλύρας, κάτι πανέμορφες κατασκευές που κρατούσαν μέχρι και 50 χρόνια, με βάση την Apis mellifera Caucasica. Αυτή η ποικιλία της μέλισσας πλέον αποτελεί τυπικώς προστατευόμενη ποικιλία, λόγω της επέκτασης της νομαδικής μελισσοκομίας, η οποία συνεπιφέρει γενετική αλλοίωση, προφανώς για εμπορικούς λόγους βεβαίως (η παραγωγή μελιού στην συγκεκριμένη περιοχή φτάνει κατά τα επίσημα στοιχεία τους 65.000 τόνους). Όπως είναι γνωστό, στην Ελλάδα, για παράδειγμα, η ντόπια μέλισσα έχει πλέον εκλείψει, λόγω της εισαγωγής της ασθένειας της βαρρόας μέσω της νομαδικής μελισσοκομίας που βασίστηκε στην εισαγωγή μιας ξενικής ποικιλίας μέλισσας που ήταν περισσότερο παραγωγική. Και βεβαίως το πρόβλημα της εξαφάνισης των μελισσών αποτελεί ένα παγκόσμιο οικολογικό πρόβλημα, αφού η μέλισσα συνιστά τον βασικό επικονιαστή για πολλά είδη φυτών, τόσο φυσικών όσο και φυτών που ο άνθρωπος καλλιεργεί για την παραγωγή τροφίμων.
- Μια Apis mellifera Caucasica στο έργο της τροφοσυλλογής.
Φυσικά και βρέχει. Όμως ευτυχώς όχι μόνιμα. Η βροχή φαντάζει σαν το πιο φυσικό πράγμα σε αυτόν τον τόπο. Το αδιαβροχό μου το έχω πρόχειρο στη μπροστινή σχάρα, για να το φορώ αμέσως όταν πιάνει η βροχή. Η φυσική βλάστηση είναι κάτι το πρωτόγνωρο. Όλο το βουνό, με εξαίρεση τα κτήματα του τσαγιού, είναι κρυμμένο κάτω από πανύψηλα δέντρα. Τα δέντρα είναι τόσο ψηλά και δυνατά, που θαρρείς ότι είναι τα χέρια που απλώνει η γη για να φτάσει στον ουρανό. Ο δρόμος ελίσσεται στο βουνό και συνήθως κρύβεται κάτω από τα τεράστια κλαδιά τους, που θαρρείς ότι θέλουν να εξαφανίσουν το δρόμο μέσα στην αγκαλιά τους.
Αυτά τα βουνά, που χωρίζουν τον νοτιοανατολικό Εύξεινο από την ανατολική ενδοχώρα, περιγράφονται συχνά ως "Ποντιακός Αντικαύκασος". Δεν πρόκειται βέβαια για ένα βουνό, αλλά για μια περιοχή με έκταση τουλάχιστον όση η μισή ηπειρωτική Ελλάδα, με ψηλά βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα που σκίζονται από τεράστιες απότομες κοιλάδες. Οι βόρειες πλαγιές αυτής της ορεινής ζώνης δέχονται όλο το χρόνο τους υγρούς βόρειους ανέμους της Μαύρης Θάλασσας, που αποθέτουν το νερό πάνω τους, και με δεδομένο το υποτροπικό κλίμα της περιοχής, είναι από τα πιο υγρά μέρη που υπάρχουν στον πλανήτη. Αν θα έπρεπε να πω ποιο στοιχείο της φύσης είναι το κυρίαρχο σε αυτά τα μέρη όπου βρίσκομαι, παρατηρώντας και μόνο το τοπίο και τη μορφολογία του, θα έλεγα ότι το στοιχείο αυτό είναι το νερό. Βρίσκομαι στον κόσμο του νερού.
Είναι προχωρημένο απόγευμα. Χωρίς να βιάζομαι, σκαρφαλώνω όσο μπορώ πιο σιγά για να μη σπαταλώ πολύτιμες δυνάμεις. Σπίτια και καλύβια και μισοσαπισμένα ξεραντέρια υπάρχουν διάσπαρτα στις πλαγιές. Αγελάδες βοσκάνε ήσυχες στην άκρη του δρόμου και σε όλο το χώρο. Ένας καταιγισμός από μυρουδιές του δάσους πνίγουν τα ρουθούνια μου. Η κίνηση στο δρόμο είναι σχεδόν ανύπαρκτη, ζήτημα είναι αν κάθε πέντε λεπτά περνά ένα αυτοκίνητο. Μια ομάδα ανθρώπων στην απέναντι πλαγιά μαζεύουν τσάι.
Θα θέλει καναδυό ώρες ακόμα μέχρι να νυχτώσει, όταν η βροχή ξαναρχίζει, αρκετά έντονη αυτή τη φορά. Μετά τη στροφή, για καλή μου τύχη υπάρχει ένα καλύβι. Τραβώ την ξύλινη αυλόπορτα και καταφεύγω βιαστικά κάτω από ένα μικρό υπόστεγο για να προστατευθώ από το νερό. Δεν φαίνεται κανείς, ωστόσο σίγουρα κάποιοι μένουν εδώ, ενώ υπάρχει και ένας μικρός σταύλος. Στον ανώροφο βλέπω κρεμασμένα ρούχα.
- Ο κόσμος του νερού. Η βροχή ξαναρχίζει πιο δυνατή. Βρίσκω καταφύγιο σε ένα καλύβι.
Η βροχή πέφτει ασυγκράτητη. Με βλέπω να περνώ εδώ το βράδυ. Στο ισόγειο υπάρχει μια ανοιχτή αποθήκη, ενώ το καλύβι έχει έναν ανώροφο όπου πρέπει να μένουν άνθρωποι. Μέσα στην αποθήκη μπορώ να παραμερίσω μερικά παλιοπράγματα και να δημιουργήσω χώρο για τη σκηνή μου - οπωσδήποτε μέσα στη σκηνή, διότι δεν επιθυμώ τη νύχτα ποντίκια σαρανταποδαρούσες και άλλα συμπαθή τετράποδα και πολύποδα να σουλατσάρουν στο πρόσωπό μου.
Καταφθάνουν τρεις άνθρωποι, ένας άντρας και δυο γυναίκες. Μου επιτρέπουν να μείνω. Μάζευαν τσάι σε ένα κτήμα εκεί κοντά. Στα μέρη αυτά οι άνθρωποι πηγαίνουν στα κτήματα πολλοί μαζί, λόγω των αρκούδων. Τα τελευταία χρόνια, από τότε που απαγορεύτηκε ο φόνος αρκούδων, ο τόπος έχει γεμίσει. Φτάνει και μια αγελάδα. Μια γυναίκα την βολεύει στο σταύλο, την ταΐζει, την ποτίζει. Ανοίγω μια βρύση στην άκρη της μικρής αυλής, βλέπω το νερό λίγο θολό, αλλά φυσικά είναι ακίνδυνο, ούτε μυρίζει καθόλου. Το νερό θα έρχεται από κάποια πηγή και θα θόλωσε από την απότομη αύξηση της ροής. Αφήνοντας τη βρύση ανοιχτή θα καθαρίσει ίσως, μολονότι σε τέτοιο περιβάλλον όπου το νερό πνίγει τα πάντα, επικίνδυνα νερά δεν υπάρχουν, ακόμα και λίγο θολό εάν το πιεις δεν πειράζει.
Τα βουνά είναι πνιγμένα στην ομίχλη. Σουρουπώνει. Με τέτοιο κλειστό καιρό, το σκοτάδι έρχεται αργά. Η απόλυτη ησυχία διακόπτεται μονάχα από τους ήχους του νερού. Η βροχή κοπάζει. Το σκοτάδι της νύχτας σιγά-σιγά θα σκεπάσει τα πάντα.
Ο άντρας βγαίνει στο μπαλκόνι και φωνάζει "γεμέκ". Από ευγνωμοσύνη, ανεβαίνω πάνω στους οικοδεσπότες μου. Χωρίς φαγητό, γιατί έχω ήδη μαγειρέψει, όμως η φιλοξενία περιλαμβάνει γιαούρτι από την αγελάδα, αϊράν, μέλι, καρύδια, φουντούκια. Θα αρνηθώ την πρόταση να κοιμηθώ πάνω, κάτω είμαι εντάξει και νιώθω ότι εκεί καθόλου δεν ενοχλώ.
Οι κάτοικοι του Άρτβιν έχουν τη φήμη ανθρώπων περήφανων, τολμηρών και φιλόξενων. Παρατηρώ τους ανθρώπους αυτούς, πόσο ήρεμοι είναι. Τα πρόσωπα αυτά είναι το άκρον άωτον της ηρεμίας. Πρόκειται για ανθρώπους που ζουν μέσα στην φτώχεια, μια φτώχεια που για μας θα ήταν αδιανόητη, μια φτώχεια όπου δεν υπάρχουν διαθέσιμα παρά μόνο εκείνα τα αγαθά που η φύση παρέχει για τον επιούσιο (και αυτά μετά από τον καθημερινό μόχθο) και τίποτα περισσότερο. Κι όμως, χωρίς λεφτά, χωρίς τίποτα πέρα από τον επιούσιο και τον μόχθο του, οι άνθρωποι αυτοί είναι ευτυχείς. Δεν θα σού το πεί κανείς, ούτε θα το ρωτήσεις ποτέ. Μόνο να βλέπεις τα πρόσωπά τους, αυτό αρκεί. Για πρώτη φορά στη ζωή μου, σε αυτό το ταξίδι, ντρέπομαι να φωτογραφίσω ανθρώπους.
Χθες Κυριακή έγινε η τελευταία τελετή, η υποδοχή της Αργούς στο λιμάνι του Πότι, στην καρδιά της αρχαίας Κολχίδας. Η αποστολή θα μείνει λίγες μέρες ακόμη, με ξεναγήσεις στην Κολχίδα. Όσο για μένα, δεν έχω λόγο να μείνω εδώ περισσότερο, καθώς εκπλήρωσα την μισή αποστολή μου, αυτήν της άφιξης στην Κολχίδα. Τώρα με περιμένει η άλλη μισή. Έχω ένα λόγο να αναχωρήσω για το ταξίδι της επιστροφής μου, γιατί το σχέδιό μου περιλαμβάνει και ένα συνολικότερο επίτευγμα, να καταφέρω να κάνω το συνολικό ταξίδι των 6.000 χιλιομέτρων σε 2,5 μήνες.
Μετά λοιπόν από τέσσερις ημέρες ξεκούρασης και μιας καλής ανασυγκρότησης, το πρωί αυτής της Δευτέρας ήρθε η στιγμή της αναχώρησής μου. Μού πρότειναν να επιστρέψω με το αεροπλάνο, χωρίς κανένα κόστος φυσικά, μαζί με την υπόλοιπη αποστολή, με πτήση που προσφέρουν οι Γεωργιανοί. Επίσης είχα μια δεύτερη ενδιαφέρουσα προσφορά, να επιστρέψω με το πλοίο που θα μεταφέρει την Αργώ. Και πραγματικά θα ήταν ένα υπέροχο ταξίδι αυτό! Μια κρουαζιέρα τεσσάρων ημερών μέχρι την Ιωλκό, στη Μαύρη Θάλασσα, τα Δαρδανέλλια, το Αιγαίο και τον Παγασητικό. Κι όμως, την απόφασή μου την έχω ήδη πάρει προ πολλού, αγαπητοί μου φίλοι. Αποχαιρετώ τους συμπατριώτες μου και με τις ευχές τους για καλό ταξίδι, αν όλα πάνε καλά θα τα ξαναπούμε στο τέλος Αυγούστου στην πατρίδα!
Ο άμεσος στόχος για σήμερα είναι να περάσω τα σύνορα το συντομότερο. Περνώντας μέσα από το Μπατούμ μόνο, τολμώ μια στάση σε ένα ανταλλακτήριο που βρίσκεται στο πεζοδρόμιο, και χωρίς να χάσω από τα μάτια το ποδήλατό μου που βρίσκεται στα τρία μέτρα από εμένα ούτε δευτερόλεπτο (και ενώ ήδη δύο τύποι το κοιτάνε από απόσταση διαρκώς), ανταλλάσσω μερικά λάρι που μού περίσσεψαν σε τούρκικες λίρες. Καλύπτω γρήγορα τα 50 περίπου χιλιόμετρα μέχρι τα σύνορα, και πριν το μεσημέρι ήδη νιώθω ευτυχής που η έξοδός μου από τη χώρα ήταν πιο ανώδυνη από την είσοδό μου σε αυτή. Σε λίγο στο Κεμάλπασά, ένα χωριουδάκι κοντά στα σύνορα, βρίσκω ένα ίντερνετ-καφέ, όπου το πρώτο πράγμα που θέλω να δω είναι ο καιρός.
Δυστυχέστατα, ο καιρός δεν με βοηθά καθόλου. Εδώ και μέρες, ένα προδοτικό βαρομετρικό χαμηλό έχει κολλήσει στην ανατολική Μαύρη Θάλασσα και τα κάνει Γης Μαδιάμ. Πλημμύρες στην Τουρκία, με μεγάλες καταστροφές, όπως δείχνουν οι τηλεοράσεις. Οι βροχές και οι καταιγίδες θα συνεχιστούν. Αχ τι άτυχος που είμαι... Σχεδίαζα στην επιστροφή να περάσω από την Τραπεζούντα, τα βουνά του Όφι, τα παρχάρια της Τσάικαρα, το Ουζούνγκιολ, την Ματσούκα και την Σουμελά και μέσω Αργυρούπολης και Παϊπούρτης να πέσω στην κεντρική ανατολική πεδιάδα. Όμως το χαμηλό έχει σταθεροποιηθεί στην περιοχή και δεν λέει να φύγει τις επόμενες μέρες. Στα ψηλά εκείνα βουνά, σε υψόμετρα πάνω από τα 2000 μέτρα, ο δύσκολος καιρός θα κάνει τη ζωή μου πολύ δύσκολη. Άφησε που μόνο λόγω της ομίχλης δεν θα βλέπω σχεδόν τίποτα. Δεν μπορώ να προσδοκώ σε κάτι που δεν είναι καθόλου σίγουρο, ούτε χρόνος για χάσιμο υπάρχει άφθονος, οπότε ο Αργοναύτης αλλάζει ρότα. Η απόφαση είναι δύσκολη, γιατί έτσι χάνω και την Τραπεζούντα, αλλά δεν μπορώ να ρισκάρω την επιβίωσή μου. Κρίνω σοφότερο να ακολουθήσω τη διαδρομή προς Ερζερούμ, όπου θα έχω ένα ψηλό πέρασμα στα 2300 και στο οποίο θα βρεθώ σε 5-6 ημέρες από σήμερα, όταν ο καιρός είναι πιθανότερο ότι θα έχει καταλαγιάσει.
Το ιντερνέτ-καφέ το έχουν δυο πιτσιρικάδες, που κάνουν ό,τι μπορούν να με εξυπηρετήσουν, ενώ στην τζαμαρία υπάρχει η γνωστή τεμπέλα "πωλείται". Όταν τελειώνω τις δουλειές μου στον υπολογιστή μου και ετοιμάζομαι να αναχωρήσω, αρνούνται να δεχτούν χρήματα. Γιατί είμαι Έλληνας! Λίγο παρακάτω σε ένα μαγαζί βρίσκω ωραίο φτηνό γιαούρτι και ψωμί. Νιώθω εντυπωσιακή την αλλαγή από τη μια χώρα στην άλλη, λες και πέρασα σε έναν παράδεισο.
Περνώντας από τη Χόπα, αποδύομαι σε μερικά ψώνια, προμήθειες για τις επόμενες μέρες στις ερημιές. Σε ένα μαγαζάκι βρίσκω πεντανόστιμους ξηρούς καρπούς. Ένα μαγαζί γεμάτο με παράξενα ανατολίτικα φυσικά γλυκίσματα, σύκα καΐσια χουρμάδες και δε συμμαζεύεται, που θα ήλεθα να το σηκώσω ολόκληρο!
Μπαίνω σε μια τράπεζα να αλλάξω χρήματα, όπου δυο κοπέλες αφήνουν τη σειρά τους για να με οδηγήσουν σε ένα ανταλλακτήριο όπου έχει καλύτερη τιμή! Στο κέντρο της μικρής πόλης παρακάμπτω μία διαδήλωση, με κόσμο που φωνάζει, πανώ, αστυνομικούς κλπ. Παίρνω τον ανηφορικό δρόμο προς το νότο. Αποχαιρετώ την μοναδική πόλη όπου στο ταξίδι μου κινδύνεψα από άνθρωπο. Αρχίζει ένα εξαιρετικό κομμάτι του ταξιδιού μου - μια διαδρομή στον καθεαυτό Πόντο, τα ποντιακά βουνά τα βουτηγμένα στην ομίχλη και τη βροχή.
- Στην καρδιά του Πόντου. Απέραντα βουνά και δάση, χωριουδάκια, τσάι, αγελάδες. Και συννεφιά και ομίχλη, που δίνει στο τόπο έναν τροπικό χαρακτήρα.
Στην περιοχή των βουνών της νοτιοανατολικής Μαύρης Θάλασσας παράγεται ένα μέλι με μοναδικές ιδιότητες. Στην περιοχή υπάρχει ένα "τρελόχορτο" - ένα είδος ροδόδενδρου ή αζαλέας - και όταν κάποιος καταναλώσει μέλι το οποίο παρήγαγαν μέλισσες που συνέλεξαν νέκταρ από το φυτό αυτό, λένε ότι "τρελαίνεται". Κατά τις επίσημες αναφορές, το μέλι περιέχει την ουσία δρομεδοτοξίνη, η οποία προκαλεί διάφορα συμπτώματα όπως πτώση πίεσης και καρδιακού ρυθμού, εμέτους, ζάλη, λιποθυμία. Κατά παράδοση, πολλοί παίρνουν το "τρελό μέλι" ως αφροδισιακό - αλλά συχνά, κατόπιν "υπερβολικής λήψεως", αντί να βελτιώσουν τις σεξουαλικές τους επιδόσεις... καταλήγουν στα επείγοντα περιστατικά στα νοσοκομεία. Επίσης λαμβάνεται και ως εναλλακτικό φάρμακο, για γαστρεντερικά και διάφορα άλλα προβλήματα υγείας. Ο Ξενοφών στην Κάθοδο των Μυρίων ανέφερε, ότι όταν οι Μύριοι το 400 π.Χ. μετά τη διάβαση της Ζύγανας βρέθηκαν στη χώρα των Μακρώνων και των Κόλχων, στρατοπέδευαν σε ορεινά χωριά όπου υπήρχαν πολλά σμήνη μελισσών και όσοι στρατιώτες έτρωγαν από τις κυρήθρες δεν μπορούσαν να σταθούν όρθιοι, έπεφταν κάτω, έκαναν εμετό, έδιναν την εντύπωση νεκρών και έχαναν τα λογικά τους. Ο Στράβων το αποκαλούσε "μαινόμενον μέλι" και οι Πόντιοι "παλαλό" (παλαβό).
Στην σημερινή βορειοανατολική Τουρκία ασκείται μια μορφή παραδοσιακής μελισσοκομίας με κυψέλες φτιαγμένες από κορμούς φιλύρας, κάτι πανέμορφες κατασκευές που κρατούσαν μέχρι και 50 χρόνια, με βάση την Apis mellifera Caucasica. Αυτή η ποικιλία της μέλισσας πλέον αποτελεί τυπικώς προστατευόμενη ποικιλία, λόγω της επέκτασης της νομαδικής μελισσοκομίας, η οποία συνεπιφέρει γενετική αλλοίωση, προφανώς για εμπορικούς λόγους βεβαίως (η παραγωγή μελιού στην συγκεκριμένη περιοχή φτάνει κατά τα επίσημα στοιχεία τους 65.000 τόνους). Όπως είναι γνωστό, στην Ελλάδα, για παράδειγμα, η ντόπια μέλισσα έχει πλέον εκλείψει, λόγω της εισαγωγής της ασθένειας της βαρρόας μέσω της νομαδικής μελισσοκομίας που βασίστηκε στην εισαγωγή μιας ξενικής ποικιλίας μέλισσας που ήταν περισσότερο παραγωγική. Και βεβαίως το πρόβλημα της εξαφάνισης των μελισσών αποτελεί ένα παγκόσμιο οικολογικό πρόβλημα, αφού η μέλισσα συνιστά τον βασικό επικονιαστή για πολλά είδη φυτών, τόσο φυσικών όσο και φυτών που ο άνθρωπος καλλιεργεί για την παραγωγή τροφίμων.
- Μια Apis mellifera Caucasica στο έργο της τροφοσυλλογής.
Φυσικά και βρέχει. Όμως ευτυχώς όχι μόνιμα. Η βροχή φαντάζει σαν το πιο φυσικό πράγμα σε αυτόν τον τόπο. Το αδιαβροχό μου το έχω πρόχειρο στη μπροστινή σχάρα, για να το φορώ αμέσως όταν πιάνει η βροχή. Η φυσική βλάστηση είναι κάτι το πρωτόγνωρο. Όλο το βουνό, με εξαίρεση τα κτήματα του τσαγιού, είναι κρυμμένο κάτω από πανύψηλα δέντρα. Τα δέντρα είναι τόσο ψηλά και δυνατά, που θαρρείς ότι είναι τα χέρια που απλώνει η γη για να φτάσει στον ουρανό. Ο δρόμος ελίσσεται στο βουνό και συνήθως κρύβεται κάτω από τα τεράστια κλαδιά τους, που θαρρείς ότι θέλουν να εξαφανίσουν το δρόμο μέσα στην αγκαλιά τους.
Αυτά τα βουνά, που χωρίζουν τον νοτιοανατολικό Εύξεινο από την ανατολική ενδοχώρα, περιγράφονται συχνά ως "Ποντιακός Αντικαύκασος". Δεν πρόκειται βέβαια για ένα βουνό, αλλά για μια περιοχή με έκταση τουλάχιστον όση η μισή ηπειρωτική Ελλάδα, με ψηλά βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα που σκίζονται από τεράστιες απότομες κοιλάδες. Οι βόρειες πλαγιές αυτής της ορεινής ζώνης δέχονται όλο το χρόνο τους υγρούς βόρειους ανέμους της Μαύρης Θάλασσας, που αποθέτουν το νερό πάνω τους, και με δεδομένο το υποτροπικό κλίμα της περιοχής, είναι από τα πιο υγρά μέρη που υπάρχουν στον πλανήτη. Αν θα έπρεπε να πω ποιο στοιχείο της φύσης είναι το κυρίαρχο σε αυτά τα μέρη όπου βρίσκομαι, παρατηρώντας και μόνο το τοπίο και τη μορφολογία του, θα έλεγα ότι το στοιχείο αυτό είναι το νερό. Βρίσκομαι στον κόσμο του νερού.
Είναι προχωρημένο απόγευμα. Χωρίς να βιάζομαι, σκαρφαλώνω όσο μπορώ πιο σιγά για να μη σπαταλώ πολύτιμες δυνάμεις. Σπίτια και καλύβια και μισοσαπισμένα ξεραντέρια υπάρχουν διάσπαρτα στις πλαγιές. Αγελάδες βοσκάνε ήσυχες στην άκρη του δρόμου και σε όλο το χώρο. Ένας καταιγισμός από μυρουδιές του δάσους πνίγουν τα ρουθούνια μου. Η κίνηση στο δρόμο είναι σχεδόν ανύπαρκτη, ζήτημα είναι αν κάθε πέντε λεπτά περνά ένα αυτοκίνητο. Μια ομάδα ανθρώπων στην απέναντι πλαγιά μαζεύουν τσάι.
Θα θέλει καναδυό ώρες ακόμα μέχρι να νυχτώσει, όταν η βροχή ξαναρχίζει, αρκετά έντονη αυτή τη φορά. Μετά τη στροφή, για καλή μου τύχη υπάρχει ένα καλύβι. Τραβώ την ξύλινη αυλόπορτα και καταφεύγω βιαστικά κάτω από ένα μικρό υπόστεγο για να προστατευθώ από το νερό. Δεν φαίνεται κανείς, ωστόσο σίγουρα κάποιοι μένουν εδώ, ενώ υπάρχει και ένας μικρός σταύλος. Στον ανώροφο βλέπω κρεμασμένα ρούχα.
- Ο κόσμος του νερού. Η βροχή ξαναρχίζει πιο δυνατή. Βρίσκω καταφύγιο σε ένα καλύβι.
Η βροχή πέφτει ασυγκράτητη. Με βλέπω να περνώ εδώ το βράδυ. Στο ισόγειο υπάρχει μια ανοιχτή αποθήκη, ενώ το καλύβι έχει έναν ανώροφο όπου πρέπει να μένουν άνθρωποι. Μέσα στην αποθήκη μπορώ να παραμερίσω μερικά παλιοπράγματα και να δημιουργήσω χώρο για τη σκηνή μου - οπωσδήποτε μέσα στη σκηνή, διότι δεν επιθυμώ τη νύχτα ποντίκια σαρανταποδαρούσες και άλλα συμπαθή τετράποδα και πολύποδα να σουλατσάρουν στο πρόσωπό μου.
Καταφθάνουν τρεις άνθρωποι, ένας άντρας και δυο γυναίκες. Μου επιτρέπουν να μείνω. Μάζευαν τσάι σε ένα κτήμα εκεί κοντά. Στα μέρη αυτά οι άνθρωποι πηγαίνουν στα κτήματα πολλοί μαζί, λόγω των αρκούδων. Τα τελευταία χρόνια, από τότε που απαγορεύτηκε ο φόνος αρκούδων, ο τόπος έχει γεμίσει. Φτάνει και μια αγελάδα. Μια γυναίκα την βολεύει στο σταύλο, την ταΐζει, την ποτίζει. Ανοίγω μια βρύση στην άκρη της μικρής αυλής, βλέπω το νερό λίγο θολό, αλλά φυσικά είναι ακίνδυνο, ούτε μυρίζει καθόλου. Το νερό θα έρχεται από κάποια πηγή και θα θόλωσε από την απότομη αύξηση της ροής. Αφήνοντας τη βρύση ανοιχτή θα καθαρίσει ίσως, μολονότι σε τέτοιο περιβάλλον όπου το νερό πνίγει τα πάντα, επικίνδυνα νερά δεν υπάρχουν, ακόμα και λίγο θολό εάν το πιεις δεν πειράζει.
Τα βουνά είναι πνιγμένα στην ομίχλη. Σουρουπώνει. Με τέτοιο κλειστό καιρό, το σκοτάδι έρχεται αργά. Η απόλυτη ησυχία διακόπτεται μονάχα από τους ήχους του νερού. Η βροχή κοπάζει. Το σκοτάδι της νύχτας σιγά-σιγά θα σκεπάσει τα πάντα.
Ο άντρας βγαίνει στο μπαλκόνι και φωνάζει "γεμέκ". Από ευγνωμοσύνη, ανεβαίνω πάνω στους οικοδεσπότες μου. Χωρίς φαγητό, γιατί έχω ήδη μαγειρέψει, όμως η φιλοξενία περιλαμβάνει γιαούρτι από την αγελάδα, αϊράν, μέλι, καρύδια, φουντούκια. Θα αρνηθώ την πρόταση να κοιμηθώ πάνω, κάτω είμαι εντάξει και νιώθω ότι εκεί καθόλου δεν ενοχλώ.
Οι κάτοικοι του Άρτβιν έχουν τη φήμη ανθρώπων περήφανων, τολμηρών και φιλόξενων. Παρατηρώ τους ανθρώπους αυτούς, πόσο ήρεμοι είναι. Τα πρόσωπα αυτά είναι το άκρον άωτον της ηρεμίας. Πρόκειται για ανθρώπους που ζουν μέσα στην φτώχεια, μια φτώχεια που για μας θα ήταν αδιανόητη, μια φτώχεια όπου δεν υπάρχουν διαθέσιμα παρά μόνο εκείνα τα αγαθά που η φύση παρέχει για τον επιούσιο (και αυτά μετά από τον καθημερινό μόχθο) και τίποτα περισσότερο. Κι όμως, χωρίς λεφτά, χωρίς τίποτα πέρα από τον επιούσιο και τον μόχθο του, οι άνθρωποι αυτοί είναι ευτυχείς. Δεν θα σού το πεί κανείς, ούτε θα το ρωτήσεις ποτέ. Μόνο να βλέπεις τα πρόσωπά τους, αυτό αρκεί. Για πρώτη φορά στη ζωή μου, σε αυτό το ταξίδι, ντρέπομαι να φωτογραφίσω ανθρώπους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου